ΧΑΡΙΝ ΠΑΙΔΕΙΑΣ
Θέλετε να αντιδράσετε στο μήνυμα; Φτιάξτε έναν λογαριασμό και συνδεθείτε για να συνεχίσετε.

ΤΑ ΠΡΙΜΑΡΟΛΙΑ

Πήγαινε κάτω

ΤΑ ΠΡΙΜΑΡΟΛΙΑ Empty ΤΑ ΠΡΙΜΑΡΟΛΙΑ

Δημοσίευση από ΜΑΡΙΟΡΗ Δευ Αυγ 15, 2011 1:11 pm

Αν τα Γιάννενα έχουν ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΗΣ ΜΙΚΡΗΣ ΤΟΥΣ ΠΟΛΗΣ κι αν η ¶ρτα πρόσφατα απέκτησε το ΙΜΑΡΕΤ της, η Πάτρα έχει τα ΠΡΙΜΑΡΟΛΙΑ:

ΤΑ ΠΡΙΜΑΡΟΛΙΑ %2525CE%2525A0%2525CE%2525A1%2525CE%252599%2525CE%25259C%2525CE%252591%2525CE%2525A1%2525CE%25259F%2525CE%25259B%2525CE%252599%2525CE%252591

Το βιβλίο δεν το αγόρασα, μου το χάρισαν. Πριμαρόλια της Αθηνάς Κακούρη. ¶γνωστη λέξη ο τίτλος, άγνωστη σε μένα και η γραφή της Κακούρη. Καθώς μάλιστα τα λογοτεχνικά βιβλία που διαβάζω προτιμώ να τα επιλέγω μόνη μου και μετά από πολύ ψάξιμο, άφησα για πολλές εβδομάδες τα Πριμαρόλια στην άκρη. Ήταν και το σουλούπι του βιβλίου απωθητικό. Κοντόχοντρο και αβόλευτο στην ανάγνωση. Πού να κρατάς έναν τέτοιο μπόγο οχτακοσίων περίπου σελίδων; Και πού να το βολέψεις στο σακίδιο της θάλασσας τόσο βάρος; Να όμως που τελικά όχι μόνο ξεκίνησα να διαβάζω τα Πριμαρόλια μα κατάφεραν να νικήσουν την αγάπη για τη θάλασσα. Θεληματικά κλείστηκα σπίτι και αφοσιώθηκα στη μελέτη του βιβλίου.

Μελέτη. Όχι απλή ανάγνωση. Τα Πριμαρόλια της Κακούρη όντας αποτέλεσμα εμπεριστατωμένης μελέτης του "φόντου" - σε χρόνο και σε χώρο αλλά και των προσώπων ακόμη - δεν μπορεί απλά να διαβαστεί. Στο προλόγισμά της η συγγραφέας φροντίζει να προετοιμάσει τον αναγνώστη δίνοντας λεπτομερείς αναφορές για τον τρόπο που συνέλεξε τα δομικά της στοιχεία. Εκεί και διευκρινίζει ποια πρόσωπα του έργου είναι φανταστικά και ποια πέρα και πέρα αληθινά. Δίνει επίσης έναν μακρύ κατάλογο βιβλίων και άλλων εντύπως που διάβασε επιμελώς η ίδια ώστε ο καμβάς του μυθιστορήματος να συνάδει με την πραγματικότητα της πόλης των Πατρών στα τέλη του 19ου αιώνα.

Κεντρική ηρωίδα - τουλάχιστον κατά τη δική μου κρίση - είναι μια δασκάλα, η Έλλη Παπά. Ίσως άλλοι αναγνώστες του βιβλίου να διαφωνήσουν μαζί μου και πιθανόν να "φταίει" για τη δική μου άποψη η ταύτιση που ένιωσα με το συγκεκριμένο πρόσωπο. Όχι μόνο λόγω επαγγέλματος μα και για τη θέση της δασκάλας στην κλειστή κοινωνία της επαρχιακής πόλης. Η Έλλη είναι ξένη. Έρχεται στην Πάτρα φιλοξενούμενη μιας άγνωστης ως τότε θείας της. Ένας ερχομός που έχοντας πια τελειώσει το βιβλίο μπορώ να τον παρομοιάσω με την πέτρα που αναστατώνει τα ήρεμα νερά της λίμνης.

Βεβαίως το όποιο πρόσωπο μιας φανταστικής ηρωίδας δεν είναι παρά η επιφάνεια των βαθύτερων και εσωτερικών διεργασιών που απεργάζονται την εξέλιξη του αληθινού του μύθου. Κι αυτές οι βαθύτερες διεργασίες είναι το σταφιδικό ζήτημα. Ταυτόχρονα το δικό τους ρόλο παίζουν και οι κεντρικές πολιτικές εξελίξεις στην πολιτική σκηνή της Αθήνας. Είναι η εποχή που ο Χαρίλαος Τρικούπης ανεβοκατεβαίνει στην εξουσία με τη γνωστή κατάληξη στο δυστυχώς επτωχεύσαμε.

Παρότι όμως το βιβλίο κινείται στα τέλη του 19ου αιώνα, καταφέρνει να βρει πλήθος κοινών σημείων με τη ζωντανή πραγματικότητα που αντιμετωπίζει ο σύγχρονος Έλληνας αναγνώστης της εποχής της νέας πτώχευσης της χώρας έστω και αν εξωραϊσμένα την αποκαλούν επιλεκτική χρεοκοπία. Έτσι το εδώ και αρκετά χρόνια γραμμένο βιβλίο της Κακούρη, εκδόθηκε στα 1998, και μάλιστα τον ίδιο μήνα που ένας άλλος άνθρωπος των γραμμάτων μας, ο Δημήτρης Λιαντίνης, εξαφανίστηκε διαμαρτυρόμενος για την καταστροφή που έβλεπε να πλησιάζει με γοργά βήματα, λειτουργεί και ως κάθαρση όσων συσσωρεύονται στις ψυχές μας από τα δεινά του τόπου και του λαού μας. Διαβάζοντας το μυθιστόρημα είναι πολλές οι στιγμές που νιώθεις να μιλά όχι για την Πάτρα του 1890 τόσο μα για οποιαδήποτε γωνιά της Ελλάδας του 2011.

Παράδειγμα η συγκέντρωση των αγανακτισμένων στην πλατεία της Πάτρας που τα γεγονότα του τελευταίου Ιουνίου στην πλατεία Συντάγματος την κάνουν τόσο οικεία. Ή ακόμη οι αναφορές στη στάση και τα λάθη των πολιτικών του τότε που έχεις την εντύπωση ότι μιλούν για τους σημερινούς πρωταγωνιστές της πολιτικής.

Υπάρχουν βεβαίως και οι διαφορές. Όπως για παράδειγμα η εθνικότητα των μεταναστών που σήμερα συνωστίζονται στο λιμάνι των Πατρών σε σχέση με το τεράστιο μεταναστευτικό ρεύμα των ίδιων των Ελλήνων στα τέλη του 19ου αιώνα. Αλλά και η θέση της γυναίκας. Τουλάχιστον ως προς τα εξωτερικά της γνωρίσματα. Διότι στην ουσία η συγγραφέας φροντίζει να αναδείξει πόσο σπουδαίος υπήρξε ο ρόλος αρκετών γυναικών ακόμη και τότε που οι Ελληνίδες δεν είχαν καν δικαίωμα ψήφου. Ίσως η αιτία οφείλεται στο φύλο της συγγραφέως. Γεγονός πάντως είναι και το είπα και παραπάνω ότι στο πολυπρόσωπο έργο της ως κεντρική ηρωίδα ξεχωρίζει μια νέα μορφωμένη γυναίκα, η δασκάλα Έλλη Παπά, και ταυτόχρονα σημαντικά αναδεικνύονται και άλλα γυναικεία πρόσωπα. Όπως της Μαριόγγας. Που ο σύζυγος την εγκαταλείπει με μια κόρη να τα βγάλει πέρα μόνη της. Ο εσωτερικός αγώνας αυτής της γυναίκας, η πάλη της για ελευθερία και αξιοπρέπεια, μπορεί να μην τελεσφορεί καθώς προσκρούει στα ήθη της εποχής της και στην παρέμβαση του Μαρκέτου, του κουνιάδου, μα αποτελεί φωνή διαμαρτυρίας για τη θέση της γυναίκας. Μια φωνή που όλο και θα δυναμώνει στις επόμενες δεκαετίες ώσπου η Ελληνίδα να κατακτήσει ισότιμη θέση στην κοινωνία.

Από την άλλη βλέπουμε και τις στρεβλώσεις στις συμπεριφορές των γυναικών από το σκληρό κοινωνικό πλαίσιο. Έξυπνα μάλιστα η συγγραφέας αναφέρεται ως και στους κορσέδες που τότε αναγκάζονταν να φορούν οι κυρίες της καλής κοινωνίας. Έχει μια τέχνη απαράμιλλη η Κακούρη να σμιλεύει εικόνες. Κι όχι μόνο όταν μιλάει για τις γυναίκες. Απίθανα δυνατή η εικόνα των κητών με το ορθάνοιχτο στόμα των Σκούρκων αλλά και τα χταπόδια που κοπανάνε κάθε αδύναμο μέλος της κοινωνίας ώσπου να το πνίξουν και να το αφανίσουν. Κι ακόμη τεράστιος ο συμβολισμός της θαλασσογραφίας με το καραβάκι που θαλασσοπνίγεται. Ποιος όμως πραγματικά θα πνιγεί και ποιος στ' αλήθεια είναι ο πνιγμένος που απ' τα μαλλιά του πιάνεται;

Η συγγραφέας προς στιγμή καταφέρνει να μας ξεγελάσει, να μας νευριάσει με την αδικία, και μόνο στις τελευταίες σελίδες θα έρθει η ανατροπή. Απαράδεκτο να την αποκαλύψω και να καταστρέψω την περιέργεια του αναγνώστη. Δεν έχει βέβαια η γραφίδα της τη δύναμη ανατροπών ενός Φιλίπ Ροθ, που προσωπικά τον θεωρώ μάγο του είδους, μα και πάλι καταφέρνει την έκπληξη. Πάλι καλά γιατί σε κάποια άλλη σημεία του έργου ξέρεις από πριν τι θα συμβεί.

Σε ένα δεύτερο επίπεδο ανάγνωσης μπορεί κανείς να εστιάσει το βλέμμα του και στο νεαρό Σωτήρη. Είναι και το όνομα. Μα όχι μόνο αυτό. Ο Σωτήρης ξεκινά πρώτος να "τρέχει" στο έργο και οι τίτλοι τέλους πάλι το Σωτήρη έχουν φόντο.

Από την άλλη είναι ο "πυγμαλίων" Διονύσης Μαρκέτος. Που στο τέλος από θύτης με την καλή έννοια γίνεται ο ίδιος ένα κομμάτι πηλός που μεταπλάθεται και βγάζει στην επιφάνεια τον καλά κρυμμένο αληθινό εαυτό του. Με πυγμαλίωνα άλλον αυτή τη φορά και μάλιστα γένους θηλυκού.

Στον αντίποδα επίσης του διάφανου Σωτήρη υπάρχει η μυστηριώδης προσωπικότητα μιας πιτσιρίκας που καταφέρνει να ανακατέψει τους πάντες στα πλοκάμια της. Ένα πρόσωπο που ως τέλος του έργου δεν καταφέρνει ο αναγνώστης να ερμηνεύσει. Δεν ξέρω αν είναι αδυναμία της συγγραφέως ή αναγκαστική προσαρμογή της στην αλήθεια της ζωής. Πόσοι και πόσοι άνθρωποι τριγύρω μας έχουν τέτοιες αντιφατικές συμπεριφορές όπως η Φροσούλα στο βιβλίο;

Περιέργεια, θα το πω κι αυτό, μου προκάλεσε και η ατελής περιγραφή ενός άλλου νεαρού κοριτσιού, της Όλγας. Είναι ωραία, είναι καλή, είναι άτυχη... Παρατημένη από τον άστοργο πατέρα και στη σκιά μιας μητέρας που συμπαλεύοντας με τα δικά της προβλήματα, τα άλυτα, γραπώνεται στο τέλος από τις ψευδαισθήσεις μιας παραθρησκευτικής οργάνωσης αφήνοντας την κόρη της να την περιμένει με τις ώρες. Υλικά που καταλήγουν να διαμορφώσουν τη φιγούρα της Όλγας που γίνεται ένα με το γαλάζιο φόντο, της θάλασσας και των βουνών. Κι εδώ ακριβώς, στην τελευταία σελίδα του βιβλίου, τσιμπιέσαι έκπληκτος. Ποια είναι η Όλγα; Είναι πρόσωπο ανθρώπινο;

Η κλάρα της ανθισμένης μυγδαλιάς πάνω στο απαλό ουρανί ατλάζι και με τη φράση, την τελευταία του βιβλίου, "έχει ο θεός" σε βοηθά να καταλάβεις πως τόπος και άνθρωποι ένα είναι στο έργο της Κακούρη. Κάτι που έπρεπε να σε υποψιάσει από τις πρώτες σελίδες, τις σελίδες του καρναβαλιού, και τη έξυπνη μεταμφίεση της γηραιάς κυρίας σε σταφίδα.

Κι άλλο τόσο βρήκα υπέροχο το φαρφουρένιο βάζο. Το κοντοφάρδουλο. Που αρχή αρχή του έργου αγοράζει ο Σωτήρης. Από τον πλειστηριασμό και τα υπάρχοντα ενός χρεοκοπημένου νοικοκύρη. Η κλάρα της ανθισμένης μυγδαλιάς σε τούτο το βάζο μπαίνει. Αφήνοντας ανοιχτή την ελπίδα της άνοιξης μέσα στη βαριά χειμωνιά...

Μια ελπίδα που κρατά και ο αναγνώστης κλείνοντας το βιβλίο. Για την άλλη χειμωνιά που σήμερα μαυρίζει την καρδιά και το μυαλό μας.

Είναι η απαντοχή στα έχει του Θεού αυτή η ελπίδα; Δε νομίζω. Ούτε η συγγραφέας φαίνεται να το νομίζει. Το αποδεικνύει η στιγμή που έρχεται το πλήρωμα του χρόνου στα χέρια του Πέτρου του μπαλωματή. Αναβίωση του συν Αθηνά και χείρα κίνει, όπως αρκετές σελίδες πριν θα πει ξεκάθαρα η συγγραφέας. Και όμοια το αποδεικνύει με τις πινελιές της για το κίνημα των θρησκόληπτων Αρωνιστών.

Ποιο είναι λοιπόν το κλειδί σύμφωνα με την Κακούρη; Που ξεκλειδώνει το πραγματικό μπαουλάκι της ελπίδας; Θαρρώ πως είναι το πρόσωπο που ερωτεύεται η νεαρή δασκάλα. Ένα πρόσωπο που η ίδια φαντάζεται επί μακρόν ώσπου να λάβει σάρκα και οστά. Ένα άτομο με ευαισθησία και ευγένεια ψυχής, ένα άτομο ωραίο τόσο στη μορφή όσο και στο χαρακτήρα. Μιλά για ήθος η Κακούρη. Και τονίζει ότι είναι σπάνιο αλλά και απείρως πιο πολύτιμο από τα διεφθαρμένα προσωπεία των δυνατών του πλούτου και της εξουσίας.

Ποιος θα ανδρώσει τέτοια πρόσωπα; Ποιος θα γδάρει τα ψεύτικα κολασμένα προσωπεία; Η ηρωίδα δασκάλα της Κακούρη αντιπροσωπεύει τη δύναμη της παιδείας κι όχι απλά μιας γυναίκας. Παιδεία που δε στηρίζεται μόνο στα γράμματα, μόνο στη λογική, μα και στην καρδιά, στο συναίσθημα. Σε μια κρίσιμη στιγμή η δεσποινίς "πρώτον, δεύτερο και τρίτο" θα δώσει γερή κλοτσιά στην αφυδατωμένη όψη της λογικής που παραγνωρίζει ότι ο άνθρωπος δεν είναι μόνο μυαλό και φυσικά δεν είναι μόνο όσα φάμε και όσα πιούμε. Παράλληλα η Κακούρη έχει φροντίσει να ξεκαθαρίσει και την κάλπικη όψη του άκρατου συναισθηματισμού που δεν έχει ερείσματα στο σοφό νου του ανθρώπου. Η Καλλιόπη και ο Κίμων είναι αυτό το δεύτερο ζευγάρι που θα σαρκώσουν τους αντιήρωες του βιβλίου και θα δείξουν πού μπορεί να καταλήξουν άνθρωποι που ναι μεν έχουν αγνή καρδιά όχι όμως νου και γνώση. Ακόμη πιο έντονα φαίνονται οι προθέσεις της συγγραφέως στο τομέα αυτό μέσα από τις περιγραφές των δύο αδελφών, της κυρίας ¶ννας, της "έξυπνης" και της θείας Μέλπως, της γλυκιάς και της καλής και της αφελούς Μέλπως. Η μία θα πνιγεί στο πλεονάζον συναίσθημα, η άλλη θα τιμωρηθεί σκληρά για το άκαρδο υπολογιστικό της πνεύμα.

Η ισορροπία, το μέτρο, πραγματώνεται στη μορφή της δασκάλας, της Αρσακειάδας Έλλης. Της ξένης. Κι έχει κι αυτό το μυστικό του συμβολισμό. Αφού τέτοια πρόσωπα είναι πράγματι ξένα και στην τότε κοινωνία των Πατρών και στην κοινωνία του σήμερα. Ένα πρόσωπο που προσπαθεί να βρει τη θέση του στην κλειστή κοινωνία της επαρχιακής πόλης. Ώσπου διαπιστώνει ότι "οι κοινωνίες όλες, όσο και να διαφέρουν μεταξύ τους, έχουν ένα κοινό: τοποθετούν τον νεοφερμένο εκεί που τοποθετεί ο ίδιος τον εαυτό του." Στο σημείο αυτό η Κακούρη συναντάται με τις απόψεις ενός σύγχρονου της νεοέλληνα στοχαστή, του Δημήτρη Λιαντίνη. Και οι δύο θα υποστηρίξουν πως η εσωτερική επανάσταση αποτελεί το μοχλό για τη βελτίωση του σάπιου κοινωνικού ιστού.

Το περίεργο μάλιστα είναι πως τα Πριμαρόλια της Κακούρη εκδίδονται τον ίδιο μήνα και την ίδια χρονιά που ο Λιαντίνης επέλεξε να εξαφανιστεί διαμαρτυρόμενος για το έγκλημα κατά της αθώας νέας γενεάς. Τη δική της διαμαρτυρία καταθέτει με έναν άλλο τρόπο και η Κακούρη. Η Αθηνά Κακούρη. Που το μικρό της όνομα, το βαφτιστικό, συνάδει υπέροχα με τις απόψεις που καταθέτει.

Μάλιστα σε κάποιο σημείο του βιβλίου, προς το τέλος, στάθηκα έκπληκτη μπρος στην περιγραφή ενός άντρα που ετοιμάζεται να φύγει για τα βουνά και να αυτοκτονήσει... Τυχαίο σίγουρα σημείο σύνδεσης με την πράξη του Λιαντίνη. Εμένα όμως που πέρασα πολλά χρόνια μελετώντας το έργο του, με άγγιξαν ιδιαίτερα οι προβληματισμοί του άντρα μπρος στην επικείμενη αυτοκτονία. Μια αυτοκτονία που την εξωθούν οι καταστάσεις και τα πρόσωπα ως λύση του δράματος. Μια αυτοκτονία που σχεδιάζεται ώστε αυτοκτονία να μη φανεί. Τι του χρωστάνε όμως οι άλλοι; Η γυναίκα του; Η Κακούρη θα βάλει στο στόμα του μελλοντικού αυτόχειρα τούτα ακριβώς τα λόγια:

"Έρχονταν ώρες που δείλιαζε. Φανταζόταν τον πόνο της (γυναίκας του) - πρώτα τη φοβερή της ανησυχία για την εξαφάνισή του και τέλος το σπαραγμό της, όταν θα της έφερναν το πτώμα του - και καθώς την φανταζόταν να κλαίει τρόμαζε και δείλιαζε. ¶καρδος δεν ήταν να την πληγώσει έτσι!"

Και όμως, παρά τις ομοιότητες, τα Πριμαρόλια εκδόθηκαν τον ίδιο Ιούνιο που ο Λιαντίνης χάθηκε στον Ταΰγετο. Η Κακούρη δεν μπορούσε να το ξέρει όταν έγραφε το μυθιστόρημα. Απλή σύμπτωση, έστω και συγκλονιστική για όσους γνωρίζουμε την υπόθεση Λιαντίνη...

Το άλλο σημείο που με άγγιξε προσωπικά στο έργο ήταν ο ίδιος ο τίτλος. Τα Πριμαρόλια. Λέξη άγνωστη μέχρι να ξεκινήσω το διάβασμα του περιεχομένου. Τα Πριμαρόλια ήταν καράβια φορτηγά. Που φόρτωναν από την Πάτρα σταφίδα. Για ξένες χώρες. Και συγκεκριμένα εκείνα που φόρτωναν το πρώτο φορτίο της νέας σοδειάς.

Στην εξέλιξη του μύθου συναντάμε όμως και καράβια που στα αμπάρια τους σώριαζαν ανθρώπους και ελπίδες. Τα καράβια της μετανάστευσης.

Λιμάνι η Πάτρα. Τι πιο φυσικό να περιστρέφεται η ζωή της πόλης γύρω από το λιμάνι; Και για κάθε άνθρωπο που έστω και λίγο ταξίδεψε με καράβια τα λιμάνια ασκούν πάντα μια γοητεία ξεχωριστή.

Επιπλέον πάει μόλις ένας χρόνος που κι εγώ άφησα πίσω μου το κλεινόν άστυ για μια παραθαλάσσια επαρχιακή πόλη. Για ένα άλλο λιμάνι και συμπτωματικά της δυτικής Ελλάδας. Πολλά τα κοινά σημεία και της δικής μου πόλης με την Πάτρα. Κι εδώ ετούτη τη χρονιά είδα στίφη μεταναστών να συγκεντρώνονται στο λιμάνι. Με την ελπίδα να ξεφύγουν τη μιζέρια... Τι σημασία έχει αν οι δικοί μας μετανάστες ήταν από Ιράκ, Αφγανιστάν, Πακιστάν, Σομαλία; Ενώ οι μετανάστες της παλιάς Πάτρας Έλληνες απόκληροι; Ίδιοι οι καημοί και τα πάθια όλων των ανθρώπων που αναγκάζονται να ξεριζωθούν από την πατρίδα τους και στα ξένα να αναζητήσουν την τύχη τους.

Εξάλλου και οι μετανάστες της σημερινής Πάτρας είναι ολόιδιοι με τους μετανάστες της Ηγουμενίτσας που ζω εγώ. Και ίδια όλα τα άλλα που τους συνοδεύουν. Όπως αντίστοιχα αναγκάζονταν δεκαετίες πριν να μεταναστεύουν και από το δικό μας τόπο οι δικοί μας άνθρωποι. Το κορίτσι που στο τέλος του βιβλίου κουνά το μαντηλάκι του αποχαιρετισμού είναι ένα σύμβολο πέρα από τόπους και πέρα από χρόνο. Και δεν μπορεί παρά να μας αγγίζει βαθύτατα το σκηνικό της φυγής.

Έχει ο θεός. Με την ελπίδα αυτή κλείνει η Κακούρη το βιβλίο της. Μα δεν μπορώ να μη θυμάμαι την αντιστροφή του Λουντέμη στο σημείο αυτό. Πως ο θεός έχει, μα δεν έχουν οι άνθρωποι.

Για όλους αυτούς τους λόγους, και για πολλούς που η οικονομία του λόγου υπαγορεύει να παραλείψω, θεωρώ ανεκτίμητο δώρο του φετινού καλοκαιριού το βιβλίο της Κακούρη. Και είμαι βεβαία ότι το χέρι που το διάλεξε δεν κινήθηκε από τύχη αλλά γνωρίζοντας καλά ποιο βιβλίο και σε ποιον άνθρωπο προσφέρει. Το τυπικό ευχαριστώ της ώρας που μου δόθηκε το βιβλίο γίνεται τώρα ευχαριστώ ουσίας. Σπάνια και ίσως και ποτέ δεν έχω δεχθεί ως τώρα ένα τέτοιο δώρο.

Και συνιστώ ανεπιφύλακτα σε όλους να το έχετε στα υπόψη. Ως δώρο στον ίδιο σας τον εαυτό. Να το διαβάσετε αυτό το βιβλίο. Πραγματικά αξίζει!

ΜΑΡΙΟΡΗ
ΜΑΡΙΟΡΗ

Αριθμός μηνυμάτων : 5300
Εγγραφή : 13/01/2008

Επιστροφή στην κορυφή Πήγαινε κάτω

ΤΑ ΠΡΙΜΑΡΟΛΙΑ Empty Απ: ΤΑ ΠΡΙΜΑΡΟΛΙΑ

Δημοσίευση από ΜΑΡΙΟΡΗ Δευ Αυγ 15, 2011 1:47 pm

Αφού διαβάσεις ένα βιβλίο και σου αρέσει όσο σε μένα άρεσαν τα Πριμαρόλια της Αθηνάς Κακούρη, πρέπον να αναζητήσεις και πληροφορίες για το δημιουργό.

Όσα ακολουθούν προέρχονται από το ελληνικό τμήμα της Βικιπαίδειας:


Η Αθηνά Κακούρη είναι συγγραφέας, κυρίως ιστορικών μυθιστορημάτων και αστυνομικών διηγημάτων.

Γεννήθηκε το 1928 στην Πάτρα με καταγωγή από την Κεφαλονιά. Πέρασε τον πόλεμο και την Κατοχή στην Αθήνα.

Μετά τον πόλεμο, εργάστηκε σε ναυτικά πρακτορεία στην Πάτρα και στην Αθήνα, στο περιοδικό Ταχυδρόμος, έγραψε ραδιοφωνικές σειρές και μετέφρασε ξένη λογοτεχνία και ιστορία.

Αργότερα έζησε στη Βιέννη, όπου και μελέτησε νεότερη ιστορία. Σε όλη της τη ζωή, έχει ασχοληθεί με τα κοινά, υπηρέτησε ως Γραμματέας του Διοικητικού Συμβουλίου του Ερυθρού Σταυρού Πατρών, ως ιδρυτικό μέλος του Τμήματος Αιμοδοσίας Πατρών, ως στέλεχος του Σώματος Ελληνίδων Οδηγών και αργότερα ως μέλος του Διοικητικού του Συμβουλίου. Είναι ιδρυτικό μέλος της Εταιρείας Προστασίας Σπαστικών και εταίρος της Εν Αθήναις Αρχαιολογικής Εταιρείας.

Η συγγραφική της καριέρα άρχισε το 1950, όταν δημοσίευσε μία σειρά χρονογραφημάτων από ένα ταξίδι της στη Μέση Ανατολή στην εφημερίδα Ο Νεολόγος των Πατρών. Το 1952 η Κακούρη μετέφρασε το αμερικάνικο διήγημα Ο διάβολος και ο Ντάνιελ Ουέμπστερ του Στέφεν Βίνσεντ Μπένετ που μετέπειτα δημοσιεύτηκε σε σχετικό τόμο (Ίκαρος, 1953). Αυτή η μετάφραση βραβεύτηκε σε Πανελλήνιο Διαγωνισμό. Στο τέλος της δεκαετίας του 1950, άρχισε να δημοσιεύει αστυνομικά διηγήματα στο περιοδικό Ταχυδρόμος. Πολλά από αυτά τα διηγήματα βρίσκονται στην συλλογή Αλάτι στα φιστίκια. Συγχρόνως συνεργαζόταν με τους εκδοτικούς οίκους Πάπυρος και Πεχλιβανίδης σε μεταφράσεις αγγλικών και γαλλικών μυθιστορημάτων και ιστορικών συγγραμμάτων.

¶ρχισε να γράφει ιστορικά μυθιστορήματα στο τέλος της δεκαετίας του 1970, όταν της το πρότεινε ο συγγραφέας ¶λκης Αγγέλου[1]. Τα πιο γνωστά της ιστορικά μυθιστορήματα είναι τα Πριμαρόλια (τα οποία κερδίσανε το Βραβείο Νικηφόρου Βρεττάκου το 1999), και η Θέκλη, η οποία τιμήθηκε με το Βραβείο Πεζογραφίας του Ιδρύματος Πέτρου Χάρη της Ακαδημίας Αθηνών 2005[2] και με το Βραβείο της Δημοτικής Επιχείρησης Πολιτιστικής Ανάπτυξης Πάτρας (ΔΕΠΑΠ).

Για τα αστυνομικά διηγήματα:

Τα αστυνομικά της Αθηνάς Κακούρη, ωραία σελιδοποιημένα και εικονογραφημένα από τον Μποστ, πρόσφεραν στον αναγνώστη αυτό που δηλώνει και η συγγραφέας τους, ότι επεδίωκε δηλαδή τη διασκέδαση. Η ματιά είναι παρατηρητική, το γράψιμο ανάλαφρο, οι διάλογοι ζωηροί και με την καλή δόση χιούμορ, τα διηγήματα εκείνα διαβάζονται και σήμερα με απόλαυση, ενώ ταυτοχρόνως παρουσιάζουν μία εικόνα της μεταπολεμικής, αστικής ζωής.[3]

Για τη Σπορά του Ανέμου:

Στηριγμένη σε ευρύ γνωστικό οπλισμό και έχοντας συμβουλευτεί σημαντικότατα βοηθήματα, ανασυνθέτει μυθιστορηματικά τη δύσκολη και λιγότερο γνωστή από άλλες εποχή της νεώτερης ιστορίας μας, τα προεπαναστατικά χρόνια στο γύρισμα του 18ου προς τον 19ο αιώνα (...) Πέρα από την αναμφισβήτητη ικανότητα της συγγραφέως, το μυθιστόρημα διαθέτει και ένα άλλο προτέρημα: δεν ωραιοποιεί ούτε εκθειάζει πρόσωπα και καταστάσεις, δεν κάνει παραχωρήσεις σε εύκολους και ανώφελους πατριωτισμούς[4].

Για το Ξιφίρ Φαλέρ:

...μας μεταφέρει στην Αθήνα των αρχών του Α' Παγκοσμίου Πολέμου, για να ανασυνθέσει με έναν τόνο ευθυμογραφικό τα ήθη, τις εικόνες, τα πάθη, αλλά και τα παιχνίδια επιβολής που παίζονταν μεταξύ των πρακτόρων, των κατασκόπων και των άλλων ανθώπων της διαπλοκής, στο παρασκήνιο ή στο προσκήνιο των ιστορικών γεγονότων[5]

Έχουν εκδοθεί τα εξής βιβλία της:

Τα 218 Ονόματα. Αστυνομικά διηγήματα, Αθήνα 1963

Ο Δραπέτης της Αυλώνας. Ιστορικό μυθιστόρημα, Αθηνά, Κιβωτός, 1970

Ο Κυνηγός Φαντασμάτων. Αστυνομικό μυθιστόρημα, Αθήνα, Πλειάς 1973, και Αθήνα, Εστία 2007, ISBN 960-05-1311-2

Αλάτι στα φιστίκια και άλλα αστυνομικά διηγήματα'. Αθήνα, Ερμής 1974

Της τύχης το Μαχαίρι. Ιστορικό μυθιστόρημα, Αθήνα, Ερμής 2000, ISBN 9600509107

Με τα φτερά του "Μαρίκα". Ιστορικό μυθιστόρημα, Αθήνα, Κέδρος 1993, ISBN 9600408009

Η Σπορά του Ανέμου. Ιστορικό μυθιστόρημα, Αθήνα, Εστία 1994, ISBN 9600505436

Αύριο. Μυθιστόρημα, Αθήνα, Εστία 1995, ISBN 9600506655

Πριμαρόλια. Ιστορικό μυθιστόρημα, Αθήνα, Εστία, 1998, ISBN 9600508224

Έγκλημα της μόδας. Αστυνομικά διηγήματα, Αθήνα, Εστία 2000, ISBN 9600509115

Η Κομμένη Κεφαλή. Αστυνομικά διηγήματα, Αθήνα, Εστία 2001, ISBN 9600509830

Οι Κήποι του Διαβόλου, Αστυνομικά διηγήματα, Αθήνα, Εστία 2001, ISBN 9600509878

Ο Χαρταετός. Μυθιστόρημα, Αθήνα, Εστία 2004, ISBN 9600510180

Θέκλη. Μυθιστόρημα, Αθήνα, Εστία 2005, ISBN 9600511985

Ξιφίρ Φαλέρ. Μυθιστόρημα, Αθήνα, Καστανιώτης 2009

Έχει συνεισφέρει αστυνομικά διηγήματα στις εξής συλλογές:

Ελληνικά Εγκλήματα, Δέκα αστυνομικές ιστορίες, Αθήνα, Καστανιώτης, 2007, ISBN 978-960-03-4465-3
Ελληνικά εγκλήματα 2, Δεκατρείς αστυνομικές ιστορίες, Αθήνα, Καστανιώτης, 2008, ISBN 978-960-03-4732-6
Έχει συνεισφέρει δοκίμιο στην εξής συλλογή:

Συγγραφικές εμμονές, Αθήνα, Καστανιώτης, 2007, ISBN 978-960-03-4468-4.
Μεταφράσεις

Ντίκενς, Το μυστήριο του Έντγουιν Ντρουντ, Αθήνα, Εστία, 2008, ISBN 978-960-05-1374-5
Σε συνεργασία με Μαρία-Ειρήνη


_____________________

ΠΗΓΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΒΙΚΙΠΑΙΔΕΙΑ
ΜΑΡΙΟΡΗ
ΜΑΡΙΟΡΗ

Αριθμός μηνυμάτων : 5300
Εγγραφή : 13/01/2008

Επιστροφή στην κορυφή Πήγαινε κάτω

ΤΑ ΠΡΙΜΑΡΟΛΙΑ Empty Απ: ΤΑ ΠΡΙΜΑΡΟΛΙΑ

Δημοσίευση από ΜΑΡΙΟΡΗ Δευ Αυγ 15, 2011 1:51 pm

Αξίζει επίσης να δείτε και το ακόλουθο βίντεο:


για να γνωρίσετε τις απόψεις της Αθηνάς Κακούρη και για τη ζωντανή πραγματικότητα της Ελλάδας.
ΜΑΡΙΟΡΗ
ΜΑΡΙΟΡΗ

Αριθμός μηνυμάτων : 5300
Εγγραφή : 13/01/2008

Επιστροφή στην κορυφή Πήγαινε κάτω

ΤΑ ΠΡΙΜΑΡΟΛΙΑ Empty Απ: ΤΑ ΠΡΙΜΑΡΟΛΙΑ

Δημοσίευση από ΜΑΡΙΟΡΗ Δευ Αυγ 15, 2011 2:39 pm

ΤΑ ΠΡΙΜΑΡΟΛΙΑ Athina_Kakouri1

Η συγγραφέας Αθηνά Κακούρη

Συνέντευξη με την κ. Αθηνά Κακούρη


30 Μαρτίου 2010

Η συγγραφέας Αθηνά Κακούρη είναι γνωστή για την επιμέλεια με την οποία μελετά τη νεότερη ελληνική ιστορία, μεταφέροντας γνωστές και άγνωστες σελίδες της σε καλογραμμένα μυθιστορήματα που, παρά τον συχνά μεγάλο τους όγκο, διαβάζονται κάθε φορά με ευχαρίστηση από τους πολλούς πιστούς αναγνώστες της. Το ιστορικό μυθιστόρημα δεν είναι το μόνο είδος στο οποίο έχει επιδοθεί με επιτυχία η Αθηνά Κακούρη. Έχει γράψει επίσης και αρκετά αστυνομικά.

Ανάμεσα στα πιο γνωστά της έργα συμπεριλαμβάνονται τα Πριμαρόλια, Ο Χαρταετός, η Θέκλη και το πιο πρόσφατο Ξιφίρ Φαλέρ.

Η Αθηνά Κακούρη με καταγωγή από την Κεφαλλονιά γεννήθηκε το 1928 στην Πάτρα όπου και μεγάλωσε. Πέρασε τον πόλεμο και την Κατοχή στην Αθήνα ενώ έζησε για ένα διάστημα στη Βιέννη. Για την ενασχόλησή της με τη συγγραφή και τη μετάφραση, η Αθηνά Κακούρη έχει τιμηθεί με αρκετά βραβεία. Παράλληλα, όμως, έχει αφιερώσει μεγάλο μέρος του χρόνου της και στα κοινά, τόσο στο Σώμα Ελληνίδων Οδηγών όσο και στην Εταιρεία Προστασίας Σπαστικών και στην Εν Αθήναις Αρχαιολογική Εταιρεία.

Είναι τιμή για τη σύνταξη του People & Ideas η ενδιαφέρουσα συνέντευξη που μας παραχώρησε η κυρία Αθηνά Κακούρη με αφορμή την πρώτη εμφάνισή μας στο διαδίκτυο.

Ποιά θεωρείτε πως είναι η αποστολή κάθε αυθεντικού συγγραφέα, »η αναζήτηση των δικών του λέξεων για να πει τον κόσμο»;

-Υποθέτω ότι η απάντηση θα είναι για τον καθένα διαφορετική. Εγώ καθήκον μου θεωρώ στα μεν αστυνομικά να διασκεδάσω τον αναγνώστη μου, στα δε ιστορικά να τον ξεναγήσω με την μεγαλύτερη δυνατή ακρίβεια και ζωντάνια στο πρόσφατο παρελθόν μας. Η καλή γνώση της Ιστορίας είναι απαραίτητη για την καλή λειτουργία μας ως ανθρώπων με μυαλό και ως υπεύθυνων πολιτών. Επομένως δεν θέλω να πω τον κόσμο. Θέλω να βοηθήσω να μας γίνει κατανοητός.

Τι ήταν πιο δύσκολο να αντιμετωπίσετε: το ξεκίνημα της καριέρας σας ή το να συνεχίζετε να γράφετε;

-Οι δυσκολίες είναι διαφορετικές σε κάθε περίπτωση και άρα δεν είναι συγκρίσιμες. Η πρώτη δυσκολία είναι, νομίζω, να βρείς εκδότη, να αποκτήσεις όνομα και κάποιο σταθερό κοινό. Όταν, αργότερα, τα αποκτήσεις αυτά, κινδυνεύεις να πιστέψεις πως έφθασες στήν κορυφή. Δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις συγγραφέων που εντυπωσίασαν με ένα καλό πρώτο βιβλίο, και μετά δεν απέδωσαν πια τίποτα! Η επιτυχία τους κατέστρεψε.

Στις πρώτες σου προσπάθειες είναι το μυαλό σου πιο φρέσκο και επινοητικό. Αργότερα έχει συσσωρευμένη πείρα, αλλά και λιγότερο σφρίγος. Ο πρωτάρης ελπίζει.

Η επιτυχία του δόκιμου συγγραφέα έχει μιά δόση απογοήτευσης, έχεις μεν βρεί εκδότες και ορισμένους τρόπους να εκφράζεσαι, αλλά έχεις διαπιστώσει και τα όρια του ταλέντου σου- ξέρεις πια πως ούτε Ντοστογιέφσκι, ούτε Ντίκενς ούτε Μπαλζάκ θα γίνεις ποτέ…

Εν τούτοις αυτό δεν θα σε καταβάλει αν είσαι εφοδιασμένος με καμπόσο χιούμορ και ακόμη περισσότερη ταπεινοφροσύνη.


Ποιος είναι ο μεγαλύτερος σας φόβος όταν ξεκινάτε ένα βιβλίο και πώς τον αντιμετωπίζετε;

-Ξεκινάω ένα βιβλίο γιατί θέλω να οδηγήσω τον αναγνώστη μου σε μια συγκεκριμένη στιγμή της πρόσφατης Ιστορίας μας. Δεν ξεκινώ επομένως με φόβο, αλλά με ελπίδα και με απόφαση για πολλή δουλειά.

Το πρώτο που με απασχολεί είναι, φυσικά, το πώς θα επιτύχω τον σκοπό μου. Το πρώτο είναι να ξεκαθαρίσω στο δικό μου το μυαλό τι θέλω να πω με το μυθιστόρημά μου. Όταν γίνει αυτό, πρέπει να διαλέξω ποια είναι τα πρόσωπα που χρειάζεται να σχεδιάσω; Ποιες συναισθηματικές σχέσεις θα διαμορφωθούν μεταξύ τους; Τι πρέπει να περιέχει η πλοκή; Πώς θα κορυφώνεται; Από πού θΆαρχίσω και πώς θα τελειώσω; … Αυτού του είδους τα προβλήματα -και είναι πάμπολλα- λύνονται ένα ένα, με περισσότερο ή λιγότερο ικανοποιητικό τρόπο.

Καθώς η δουλειά προχωρεί, διαπιστώνω κάθε λίγο ότι έχω κενά γνώσεων – πώς ακριβώς ήταν τα καπέλλα των γυναικών το 1917; Πού βρισκόταν το σπίτι του Ιταλού πρέσβυ στην Αθήνα; Ποιός πρωθυπουργός ψήφισε την παρακράτηση της σταφίδας; Πώς μιλούσε ένας στρατιωτικός το 1912; Τι σερβιριζόταν σε μια αθηναϊκή βεγγέρα το 1870; ¶πειρα είναι τα μικροπράγματα που μου χρειάζονται για να στήσω το σκηνικό μου με πιστότητα. Κάθε λίγο λοιπόν βλέπω πως κάτι δεν ξέρω και καταπιάνομαι να το μάθω.

Όταν έχει ολοκληρωθεί η προσπάθεια, όταν δηλαδή το μυθιστόρημα έχει τελειώσει, τότε είναι που έρχονται οι φόβοι – αμφιβολίες θα τις έλεγα εγώ: απέδωσα όσα μπορούσα; Και αυτό που μπορούσα (το οποίον, φεύ! γνωρίζω πως δεν είναι το τέλειον) είναι τουλάχιστον ικανοποιητικό; Πόσο πλησίασα στο ιδεώδες μου, που είναι ένα βιβλίο τόσο δυνατό ώστε να καρφωθεί στο νου και να ταράξει την καρδιά του αναγνώστη, όπως το κάνουν τα πραγματικά μεγάλα μυθιστορήματα.


Πολλοί υποφέρουν από το σύνδρομο της λευκής σελίδας. Από πού αντλείτε έμπνευση και πως την καλλιεργείτε;

-Η λευκή σελίδα σε παραλύει μόνον όταν δεν ξέρεις τι ακριβώς θέλεις να πεις.

Όταν το ξέρεις, τότε κάθεσαι και δοκιμάζεις να βρείς το π ώ ς θα το πεις. Οι δοκιμές μπορεί να είναι πάμπολλες και οι αποτυχίες άλλες τόσες.

Η έμπνευση είναι πράγμα ανύπαρκτο, κατά τη γνώμη μου. Δουλεύεις και ξαναδουλεύεις και ξαναδουλεύεις, και διαβάζεις, ξαναδιαβάζεις και ξαναδιαβάζεις τους μεγάλους συγγραφείς. Και γράφεις και πετάς. Το καλάθι των αχρήστων είναι ο καλύτερος φίλος σου.

Όταν έχετε μια ιδέα για ένα καινούριο βιβλίο, ξεκινάτε με την έρευνα και πού γίνεται αυτή; Πόσο χρόνο σας παίρνει συνήθως η προετοιμασία και πόσο η εκτέλεση του σχεδίου; Ή δεν υπάρχουν κανόνες και συνταγές;

-Στην δική μου περίπτωση, αφετηρία είναι η περιέργεια για κάποιο γεγονός: Τι ακριβώς ήταν το σταφιδικόν ζήτημα; Γιατί ο Ίων Δραγούμης επέκρινε τους χειρισμούς του Βενιζέλου στους Βαλκανικούς πολέμους; Τι έγινε στα Λαυρεωτικά; Πώς καταντήσαμε στον Διχασμό; Αρχίζω με το να διαβάζω. Με τα χρόνια έχω αναπτύξει ένα σύστημα: Διαβάζω μεν Ιστορικές μελέτες που έχουν γραφεί μεταγενεστέρως, αλλά διαβάζω πολύ περισσότερο τα όσα γράφονταν εκείνη την εποχή, και σΆαυτό βοηθούν πολύ οι εφημερίδες. Ξέρω, βεβαίως, ότι οι απόψεις που αναπτύσσονται εκεί πάσχουν από προκαταλήψεις, ότι η κάθε εφημερίδα είχε τή δική της γραμμή, εξυπηρετούσε συμφέροντα ή ιδεοληψίες, και σε ακραίες περιπτώσεις, όπως στα 1915- 1917 ήταν εξαγορασμένη από κεφάλαια ξένων δυνάμεων. Γνωρίζω επίσης ότι σε ορισμένες εποχές, όπως πχ. μεταξύ 1917 και 1920, υπήρχε αυστηρότατη λογοκρισία, με βαρειές ποινές προστίμων και φυλακίσεων. Αυτά όλα πρέπει να τα λάβω υπ΄όψιν μου όταν αποδελτιώνω εφημερίδες, και να αναπληρώσω τα κενά από άλλες πηγές. Κι αυτές δεν λείπουν: υπάρχουν Ημερολόγια. Υπάρχει δημοσιευμένη Αλληλογραφία. Υπάρχουν προσωπικά αρχεία. Όλα αυτά πρέπει να τα αναζητήσω και να τα ερευνήσω.

Αυτή η εργασία κρατά…Όσο κρατήσει! Δηλαδή αν δεν έχω εξαντλήσει τις προσιτές σε μένα πηγές δεν θα ξεκινήσω να γράφω το μυθιστόρημα, διότι δεν θα έχω εγώ η ίδια την βεβαιότητα ότι καταλαβαίνω το τι συνέβη τότε.

Καμιά φορά η έρευνα για ένα βιβλίο βοηθά την έρευνα για ένα άλλο – τα όσα έμαθα για τους Βαλκανικούς Πολέμους προκειμένου να γράψω τη «Θέκλη» προετοίμασαν πολλή από τη δουλειά που χρειάστηκα για το «Ξιφίρ Φαλέρ» . Και τώρα, για το επόμενο μυθιστόρημα, που θα είναι κατά κάποιον τρόπον η συνέχεια των δυό προηγουμένων, δεν χρειάζεται να ξεκινήσω απ΄την αρχή: έχω ήδη μελετήσει και αποδελτιώσει πολλά. Αυτό, όπως καταλαβαίνετε, συντομεύει τόν χρόνο προετοιμασίας.

Εν τούτοις, χοντρικά, μπορώ να πω ότι τα μυθιστορήματά μου κυκλοφορούν κατά διαλείματα τεσσάρων με πέντε χρόνων.

Ποιο είναι το δικό σας δωμάτιο; Πού συγκεντρώνεστε για να γράψετε;

- Έχω πράγματι ένα δωμάτιο οπού εργάζομαι. Νομίζω πως μού χρειάζεται η απομόνωση για να συγκεντρώνω τό μυαλό μου. Συγχρόνως υποψιάζομαι πως το πού δουλεύεις και πόσο συγκεντρώνεσαι είναι ζήτημα αυτοπειθαρχίας – υπέροχοι συγγραφείς προτιμούσαν πολύβουους χώρους όπως π.χ. τά καφενεία, για να γράψουν, και ακόμη κι εγώ, την εποχή που εργαζόμουν στο περιοδικό «Ταχυδρόμος» είχα μάθει να γράφω, παρά τη φασαρία που γινόταν γύρω μου και τις πολλές, συναρπαστικές κουβέντες των συναδέλφων μου.

Αλλά για τo είδος του μυθιστορήματος που γράφω εγώ, χρειάζομαι διαρκώς βοηθήματα: αναγκάζομαι κάθε λίγο να ανατρέξω σε κάποιο βιβλίο για να διασταυρώσω κάτι, να βεβαιωθώ ότι η μνήμη μου το έχει συγκρατήσει σωστά, να ξαναθυμηθώ έναν διάλογο, μια ημερομηνία, την ανάπτυξη μιας ιδέας, την περιγραφή ενός τοπίου ή ενός επεισοδίου…

Και επίσης έχω διαρκώς στα χέρια μου διάφορα λεξικά, και ιδίως τό Αντιλεξικό του Βοσταντζόγλου, τους 15 τόμους τού Μεγάλου Λεξικού του Δημητράκου.

Συχνά έχω στον τοίχο κάποιο χάρτη – των Βαλκανίων για την «Θέκλη», των Πατρών για τα «Πριμαρόλια»,- ή κάτι άλλο σχετικό με την εποχή που με απασχολεί. Γράφω ακούγοντας μουσική.

Όλα αυτά δεν μπορώ, βεβαίως, να τα κουβαλώ δεξιά κι αριστερά. Επομένως χαίρομαι πολύ που μπορώ να έχω τη γωνιά μου στο σπίτι μου, με όλα μου τά βοηθήματα πρόχειρα, με την πολυθρόνα μου για άνετο διάβασμα, τό τραπέζι του υπολογιστή μου και με πολύ φώς από την μπαλκονόπορτα. Το αστείο είναι ότι κανένας από τους διάφορους φωτογράφους που έχουν έρθει σπίτι, δεν θέλησε να τραβήξει έστω και μία πόζα εκεί μέσα! Φαίνεται ότι το στενό αυτό δωμάτιο δεν το βρίσκουν αρκετά μεγαλοπρεπές.


-Υπάρχει ένας πρώτος αναγνώστης για σας, κάποιο φιλικό ή συγγενικό σας πρόσωπο που σας λέει ότι προχωράτε προς τη σωστή κατεύθυνση ή δεν δείχνετε τα γραπτά σας σε κανέναν πριν ολοκληρωθούν;

-Αρχίζω και τελειώνω μόνη μου. Πολλές φορές, ρωτώ ειδικούς: για τά «Πριμαρόλια» συζήτησα πάλι και πάλι με παλαιούς σταφιδεμπόρους και για την ίδια την πόλη, τα κτίρια και τη ζωή της, με τούς δυό αξέχαστους ειδικούς μελετητάς της, τον Κ. Τριανταφύλλου και τον Ν. Πολίτη. Έχω συμβουλευτεί νομικούς και ιστορικούς και ιστορικούς της πολεοδομίας, και οικονομολόγους, και διάφορους άλλους ειδικούς, προσπαθώντας να αποφύγω τα πραγματολογικά λάθη.

Για το ίδιο το μυθιστόρημα όμως, η μοναξιά είναι απόλυτη.

Ενδέχεται καμία φορά να συζητήσω κάποιο πρόβλημα της πλοκής, αλλά δίχως σπουδαία αποτελέσματα. ΣΆαυτό φταίω εγώ – μου είναι αδύνατον να δώσω στον συνομιλητή μου όλες τις πληροφορίες που θα χρειαζόταν, προκειμένου να με συμβουλεύσει.

Υπάρχει και κάτι άλλο: Όλα μου τά μυθιστορήματα παρουσιάζουν μιά πλευρά αιρετική, μιά άλλη και αντίθετη της καθιερωμένης ανάγνωση των γεγονότων. Αυτό γίνεται είτε διότι η ερευνά μου με οδήγησε όχι στην γενικώς αποδεκτή αλλά σε μιαν διαφορετική, είτε ίσως διότι μόνον εκεί όπου βρήκα κάτι ανατρεπτικό, κάτι που ερχόταν σε σύγκρουση με τά παγιωμένα, εκεί λοιπόν μόνον στάθηκε ο νούς μου και θέλησα να πω στούς αναγνώστες μου: Δείτε κι αυτην την άποψη!. Δεν σάς φαίνεται αυτή πιό λογική; Δεν εξηγεί καλύτερα τά γεγονότα; Δεν ανοίγει μεγαλύτερους ορίζοντες;

Αυτό έχει για μένα μεγάλο ενδιαφέρον και το βρίσκω πολύ πιό χρήσιμο απΆτο να ξαναλέω πράγματα ειπωμένα χίλιες φορές.

Έχει όμως αυτό και ορισμένους κινδύνους. Κατά κανόνα οι υπερασπισταί της πεπατημένης είναι ισχυροί. Οι ανατροπές δεν τους αρέσουν. Προτιμούν να ακούν τη δική τους φωνή, τους καθησυχάζει να μην υπάρχουν αντιρρήσεις και ο αντιρρησίας τους θυμώνει.

Οι άνθρωποι που με αγαπούν λοιπόν, και στο λογοτεχνικό αισθητήριο των οποίων έχω εμπιστοσύνη, αντί να επικεντρωθούν στις ενδεχόμενες λογοτεχνικές αδυναμίες, δεν βλέπουν παρά τους κινδύνους στους οποίους θα εκτεθώ – και μάλιστα τους μεγαλοποιούν εξΆ αιτίας της αγάπης τους. Υπήρξαν περιπτώσεις που προσπάθησαν να με αποτρέψουν. Διδάχθηκα ότι είναι πολύ καλύτερο να μην ερωτώνται.


Ποιά είναι η πιο σημαντική στιγμή στην προσπάθειά σας; Όταν γράφετε οριστικά και αμετάκλητα τη λέξη Τέλος στο χειρόγραφο και το παραδίδετε στον εκδότη σας ή όταν το παίρνετε για πρώτη φορά έτοιμο, τυπωμένο στα χέρια σας;

-Ανάμεσα στη στιγμή που γράφεις την τελευταία σου λέξη και τη στιγμή που παίρνεις το πρώτο αντίτυπο από τόν εκδότη σου, μεσολαβούν κάτι φοβεροί μήνες, οπού γίνονται οι τυπογραφικές διορθώσεις. Και λέω ότι είναι φοβεροί γιατί αναγκάζεσαι να διαβάσεις και να ξαναδιαβάσεις τό βιβλίο σου, κι εκεί απάνω θα του βρείς χιλιάδες αδυναμίες, τις οποίες μόνον αν το έκανες εξ αρχής φύλλο φτερό θα μπορούσες ίσως να απαλείψεις, χωρίς να είσαι καθόλου βέβαιος ότι σ΄αυτήν τήν διαδικασία δεν θα του δημιουργούσες άλλες αδυναμίες.

Τώρα, μέσα σΆ όλη αυτήν τήν προσπάθεια, απΆ όταν γράψεις τήν πρώτη λέξη μέχρι που θα πάρεις τό βιβλίο σου τυπωμένο, δεν ξέρω καθόλου ποια είναι η πιό σημαντική στιγμή. Ξέρω μόνον οτι η πιό καθησυχαστική είναι όταν μετά από μήνες, ή και χρόνια, ακούς κάποιον να σου μιλά για τό βιβλίο σου και αντιλαμβάνεσαι ότι πράγματι έχει ζήσει μέσα στην εποχή που κατάφερες να ζωντανέψεις.


Τις ερωτήσεις συνέταξαν οι Λητώ Σεïζάνη και Φαίδρα Σίμιτσεκ


ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑΣ ΚΑΙ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗΣ ΑΠΟ http://peopleandideas.gr/2010/03/30/athina_kakouri/
ΜΑΡΙΟΡΗ
ΜΑΡΙΟΡΗ

Αριθμός μηνυμάτων : 5300
Εγγραφή : 13/01/2008

Επιστροφή στην κορυφή Πήγαινε κάτω

ΤΑ ΠΡΙΜΑΡΟΛΙΑ Empty Απ: ΤΑ ΠΡΙΜΑΡΟΛΙΑ

Δημοσίευση από ΜΑΡΙΟΡΗ Δευ Αυγ 15, 2011 2:58 pm

Λώρη Κέζα


ΑΥΤΟΒΙΟΓΡΑΦΙΑ

Ο «Ταχυδρόμος», τα βίπερ «Νόρα», η Ιστορία


Η συγγραφική περιπέτεια της Αθηνάς Κακούρη. Η διαδρομή της από τη δημοσιογραφία στις μεταφράσεις αισθηματικών βιβλίων και στα ιστορικά μυθιστορήματα που την καθιέρωσαν


ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ: 23/05/2010, 06:45

Η Αθηνά Κακούρη, με μισόν αιώνα στα γράμματα, αντιμετωπίζει με αυτοσαρκασμό τη σχέση της με τη λογοτεχνία. Ξεκίνησε να γράφει έχοντας στο μυαλό της την Αγκαθα Κρίστι: «Φαντάστηκα πως θα αποκτούσα πλούτο και φήμη γράφοντας αστυνομικά». Καθώς το βιβλίο της είναι αυτοβιογραφικό γίνονται ελαφρές περικοπές σε ζητήματα που για δικούς της λόγους θέλει να αποσιωπήσει, να περιφρονήσει, να προσπεράσει. Το πρώτο δείγμα της στρατηγικής το αντιλαμβανόμαστε στο βιογραφικό σημείωμα. Αναφέρει ότι το μυθιστόρημά της Θέκλη τιμήθηκε με το βραβείο του Ιδρύματος Πέτρου Χάρη της Ακαδημίας Αθηνών, αλλά δεν γράφει ότι το ίδιο βιβλίο την ίδια χρονιά έλαβε το Κρατικό Βραβείο Λογοτεχνίας. Δικές της είναι οι αναμνήσεις, ό,τι θέλει θυμάται...

Η Αθηνά Κακούρη ανήκει στην κατηγορία των γυναικών που δεν σταματούν να καταπιάνονται με κάτι. Ξεκίνησε δουλεύοντας σε ναυτικό πρακτορείο από μικρή ηλικία, αργότερα έγινε δημοσιογράφος, ταυτόχρονα μετέφραζε ασταμάτητα αισθηματικά μυθιστορήματα, τις «Νόρες». Ηταν αεικίνητη σαν τους γονείς της που δεν έμεναν ούτε λεπτό σε σταθερή θέση. Ακόμη και όταν κάθονταν, έπρεπε κάπως να απασχολούν τα χέρια, πλέκοντας π.χ. κάλτσες για τους στρατιώτες στο Μέτωπο. Ηταν ανεπίτρεπτο στην οικογένεια Κακούρη της Πάτρας να μένει κανείς... Με τα χέρια σταυρωμένα, και τούτο ακριβώς δίνει τον τίτλο και τον τόνο στην αφήγηση. Θυμάται ότι σε ηλικία πέντε ετών πήγε για πρώτη φορά στο γραφείο του πατέρα της, που πρακτόρευε πλοία και πετρέλαιο. Από μια φράση μπορεί κανείς να αντιληφθεί το πνεύμα της αφήγησης, όπου το προσωπικό εμπλέκεται με το δημόσιο και το καθετί μπορεί να δώσει ευκαιρία για μια μπηχτή: «Το πρακτορείο του Χαρίλαου Κακούρη βρισκόταν, όπως ήταν φυσικό, πάνω στην παραλιακή οδό, η οποία στην Πάτρα είχε ευτυχώς διασώσει το όνομά της, Οθωνος και Αμαλίας, εις πείσμα των αλλεπάλληλων εθνοσωτήριων επαναστάσεων και μεταπολιτεύσεων».

Ο βομβαρδισμός


Το πρώτο ιστορικό γεγονός που καταγράφεται ξεκάθαρα στη μνήμη της είναι ο βομβαρδισμός της Πάτρας: Δευτέρα 28 Οκτωβρίου 1940, δεύτερη ώρα του μαθήματος. Η Αθηνά Κακούρη είναι 12 ετών και τρέχει πανικόβλητη στο προαύλιο του Αρσακείου. Το βιβλίο αναπτύσσεται λοιπόν με την περιγραφή βιωμάτων, τα οποία ανακαλούνται για να αξιολογηθούν εκ νέου, βάσει όσων διάβασε η συγγραφέας αργότερα, μέσα από ένα συντηρητικό πολιτικό πρίσμα. Αναφερόμενη στον πατέρα της κάνει υποθέσεις για το πώς αξιολογούσε εκείνος, ένας βενιζελικός, τον Ιωάννη Μεταξά. Γράφει: «Δεν ξέρω αν μπόρεσε να δει στο πρόσωπό του τον εξέχοντα επιτελικό αξιωματικό, με τις διπλωματικές ικανότητες, αυτόν που είχε διαπραγματευτεί με τη Βουλγαρία την είσοδό μας στον Α΄ Βαλκανικό Πόλεμο, που είχε εν πολλοίς διοικήσει τον στρατό μας μέχρι τη Θεσσαλονίκη, τα Γιάννινα, τον Αυλώνα και τα περίχωρα της Σόφιας στα 1912 και 1913». Ο πατέρας της είχε ωστόσο διαβάσει τα Ημερολόγια του Μεταξά, όπως τις Αναμνήσεις του Ζαβιτσιάνου, την Ιστορία του Γερακάρη. Σημειώνει λοιπόν για τα βιβλία: «Μου έδωσαν να καταλάβω ότι πρέπει να τον σκεφτόταν τον Διχασμό και να πάσχιζε να καταλάβει αν είχε τότε σταθεί στη σωστή πλευρά ή όχι».

Η προσωπική έρευνα


Η Αθηνά Κακούρη αγαπούσε από παιδί το διάβασμα. Η αγάπη εξελίχθηκε σε έρωτα με τον γραπτό λόγο, που εκφράστηκε με κάθε δυνατό τρόπο, σε αφθονία. Διαβάζουμε για την εμμονή της με την ορθογραφία που σέβεται την ιστορία της γλώσσας, αλλά και για την επιπολαιότητα να μεταφράζει από γλώσσα που δεν γνώριζε! Λέει ότι ως δημοσιογράφος απέδιδε κείμενα από τα ιταλικά, αν και γρήγορα κατάλαβε ότι είναι καλύτερο να κάνει μια σύνθεση όσων διαβάζει και να παράγει δικό της κείμενο. Μέσα από πισωγυρίσματα του χρόνου ο αναγνώστης βλέπει τη μετάβαση της γραφής από τις μεταφράσεις και τα αστυνομικά διηγήματα ως τα ογκώδη ιστορικά μυθιστορήματα, που αγαπήθηκαν από το κοινό και επαινέθηκαν από την κριτική:

Πριμαρόλια, Θέκλη, Χαρταετός, Ξιφίρ Φαλέρ. Από τις εκδοτικές περιπέτειες στέκεται στη δυσκολία να εκδώσει το παιδικό ιστορικό της μυθιστόρημα με θέμα το παιδομάζωμα. Ο δραπέτης της Αυλώνας γράφτηκε έπειτα από προσωπική έρευνα. «Μπορούσα να πω με βεβαιότητα και με αποδεικτικά στοιχεία ότι το παιδομάζωμα άρχισε τον χειμώνα του 1948 και τερματίστηκε με τη συντριβή της ανταρσίας. Στο μεταξύ είχαν απαχθεί 28.000 παιδιά». Ξεσήκωσε από τον τηλεφωνικό κατάλογο όλους τους εκδότες που είχαν παιδικές σειρές, «τους επισκέφτηκα έναν έναν», όμως κανένας δεν ήθελε να κυκλοφορήσει ένα βιβλίο με θέμα που στην κοινωνία είχε καταγραφεί ως φαντασιοκόπημα της Φρειδερίκης. Ο εκδότης βρέθηκε τελικά απέναντι από τα γραφεία του «Ταχυδρόμου» επί της Χρήστου Λαδά. Ενας πολύ μικρός οίκος με το όνομα Κιβωτός.

Μιλώντας για τον μικρό εκδοτικό οίκο η Κακούρη αλλάζει θέμα και καταπιάνεται με το περιοδικό «Ταχυδρόμος» και τον Γιώργο Σαββίδη. Αναφέρεται στην περίοδο «χοντρικά 1954-1967». Γράφει: «Προσφάτως η Λένα Σαββίδη μου είπε πως τότε είχαν βαλθεί με τον αδελφό της και τον άντρα της να φτιάξουν ένα περιοδικό που, αν δεν το εξέδιδαν οι ίδιοι, θα τους άρεσε να το διαβάζουν».

Η ΠΡΟΤΡΟΠΗ ΤΟΥ ΕΚΔΟΤΗ


Η Αθηνά Κακούρη γεννήθηκε στην Πάτρα το 1928 και έζησε στην Αθήνα,στη Βιέννη,στη Φιλαδέλφεια.Δημοσίευε αστυνομικές ιστορίες στο περιοδικό «Ταχυδρόμος» τις δεκαετίες του ΄50 και του ΄60.Κατά την παραμονή της στις ΗΠΑ,όπου εργάστηκε στη βιβλιοθήκη του Πανεπιστημίου Πρίνστον,ξεκίνησε την επιμέλεια ενός φωτογραφικού λευκώματος, με ανάθεση από τον Χρήστο Λαμπράκη.Παρά το γεγονός ότι το βιβλίο δεν εκδόθηκε,«κάπως έγινε και χάθηκε μια σειρά φωτογραφιών,ενώ αργότερα έπεσε κι η δεύτερη σειρά θύμα πλημμύρας». Την ίδια εποχή ο Αλκης Αγγέλου παρήγγειλε στην Αθηνά Κακούρη ένα μυθιστόρημα για την εποχή του Διαφωτισμού.«Μα εγώ δεν ξέρω τίποτα για τον Διαφωτισμό» εξήγησε εκείνη.«Ανάγνωση δεν ξέρετε; Να διαβάσετε και θα μάθετε».Ετσι ξεκίνησε η περιπέτεια της Αθηνάς Κακούρη για τη συγκέντρωση υλικού.Για περισσότερο από μία δεκαετία ταξινομούσε σε καρτέλες διάφορες πληροφορίες για την καθημερινή ζωή των ανθρώπων στις ιστορικές περιόδους όπου τοποθετείται η μυθοπλασία των βιβλίων της.

ΠΗΓΗ ΑΡΘΡΟΥ: http://www.tovima.gr/books-ideas/article/?aid=333400
ΜΑΡΙΟΡΗ
ΜΑΡΙΟΡΗ

Αριθμός μηνυμάτων : 5300
Εγγραφή : 13/01/2008

Επιστροφή στην κορυφή Πήγαινε κάτω

ΤΑ ΠΡΙΜΑΡΟΛΙΑ Empty Απ: ΤΑ ΠΡΙΜΑΡΟΛΙΑ

Δημοσίευση από ΜΑΡΙΟΡΗ Δευ Αυγ 15, 2011 3:06 pm

Γνωριμία με την Αθηνά Κακούρη

Τη γνωστή συγγραφέα κ. Αθηνά Κακούρη είχαν την ευκαιρία να συναντήσουν οι μαθητές τού Αρσακείου Λυκείου Πατρών. Η κ. Κακούρη επισκέφθηκε το Σχολείο στις 10 Μαρτίου 2009. Παρά το ότι διαμένει στην Αθήνα, ανταποκρίθηκε με χαρά στην πρόσκληση τού Αρσακείου Πατρών, όχι μόνο γιατί συνδέεται συναισθηματικά με τη γενέθλια πόλη της αλλά και γιατί θεώρησε εξαιρετικά ενδιαφέρον να επικοινωνήσει με μαθητές τού Αρσακείου, το οποίο έχει κλείσει στην καρδιά της από τα μαθητικά της χρόνια ως μαθήτρια τού Δημοτικού. Το 1940 διέκοψε, όμως, τη φοίτησή της γιατί η οικογένειά της, λόγω τού πολέμου, μεταφέρθηκε για ένα διάστημα στην Αθήνα. Εκεί τελείωσε και το σχολείο, στη Σχολή Μακρή.

Οι μαθητές, πριν συναντήσουν την κ. Κακούρη, διάβασαν το βραβευμένο της μυθιστόρημα «Πριμαρόλια», το επεξεργάστηκαν και το ανέλυσαν στην τάξη. Στη συνάντηση με τη συγγραφέα ομάδα μαθητών τής Α΄ τάξης παρουσίασε περίληψη τού έργου. Ακολούθησε συζήτηση με τα παιδιά και ανάγνωση αποσπασμάτων τού βιβλίου, δίνοντας εναύσματα για περαιτέρω συζήτηση και ανάλυση.

Το έργο περιγράφει την πόλη των Πατρών και τη ζωή σΆ αυτήν κατά την τελευταία δεκαετία τού 19ου αιώνα, όταν κορυφώθηκε η σταφιδική κρίση. Τα πρόσωπα, ιστορικά και φανταστικά, διαπλέκονται σε μια χειμαρρώδη φανταστική ιστορία που αντικατοπτρίζει τη ζωή τής πόλης εκείνη την περίοδο. Η μαύρη σταφίδα, η «πρωταγωνίστρια» τού βιβλίου, κατά την ίδια τη συγγραφέα, υπήρξε το σημαντικότερο εξαγωγικό προϊόν όχι μόνο τής Πάτρας και τής ευρύτερης περιοχής αλλά και τής Ελλάδας για πολλά χρόνια. Κατά συνέπεια, η κρίση τού εμπορίου της είχε δυσμενείς συνέπειες για όλη τη χώρα και κυρίως για την Πάτρα και τη ζωή της. Οι μαθητές έθεσαν ερωτήματα σχετικά με το περιεχόμενο και τους ήρωες τού βιβλίου, αλλά διατύπωσαν και γενικότερους προβληματισμούς σχετικά με την τέχνη τού λόγου και τα προβλήματα τής συγγραφής.

Σημαντικό ερώτημα πώς αποφάσισε να γράψει το «Πριμαρόλια».

Η Αθηνά Κακούρη δήλωσε ότι προχώρησε στη συγγραφή του θέλοντας να διασώσει πολλά στοιχεία από τη ζωή τής Πάτρας τού 19ου αιώνα, όπως ήθη, συνήθειες, χαρακτήρες ανθρώπων, προβλήματα, όταν διαισθάνθηκε ότι άρχισαν να χάνονται σχετικές μνήμες που αξίζει να διατηρηθούν και να ζωντανέψουν μέσα από μια μυθιστορηματική παρουσίαση. Πολλά από τα οικονομικά, κοινωνικά και πολιτικά προβλήματα τού έργου, επεσήμανε η συγγραφέας, τα αντιμετωπίζουμε και σήμερα, με διαφορές που οφείλονται σε διαφορετικές συνθήκες ζωής. Π.χ. οικονομική κρίση τότε, οικονομική κρίση και τώρα. Με απροσδιόριστη εξέλιξη σήμερα, λόγω τής πολυπλοκότητας τής ζωής και των σχέσεων που έχουν διαμορφωθεί σε οικονομίες διαφορετικών χωρών. Το κυνήγι τού κέρδους χωρίς μέτρο, χωρίς σχέδιο, χωρίς πρόνοια για τις αλλαγές στο μέλλον, προβλήματα κοινωνικής εκμετάλλευσης φτωχών και αδυνάτων, η τοκογλυφία και οι συνακόλουθες κοινωνικές και οικονομικές επιπτώσεις.

Στην ερώτηση αν ταυτίζεται με κάποιον από τους ήρωες του βιβλίου της, απάντησε αρνητικά, λέγοντας ότι απλώς «εγκρίνει» ή «κατακρίνει» αξίες και αρχές των ηρώων της.

Όταν τής ζήτησαν οι μαθητές να πάρει θέση σε ηθικά διλήμματα που δημιουργεί το βιβλίο της, προτίμησε να τους προκαλέσει να απαντήσουν οι ίδιοι, εκτιμώντας τις καταστάσεις και τις συνέπειες τής κάθε πιθανής επιλογής. Έτσι τους έβαλε σε μια διαδικασία δημιουργικής αξιοποίησης τού περιεχομένου τού βιβλίου.

Ακολούθησαν γενικότερες ερωτήσεις, όπως πότε η συγγραφέας άρχισε να ασχολείται με τη συγγραφή.

Εκείνη απάντησε ότι ξεκίνησε με τη δημοσίευση χρονογραφημάτων στον τοπικό τύπο, ακολουθώντας το παράδειγμα τού πατέρα της και επειδή είχε διαπιστώσει ότι έχει μια ευχέρεια στο να γράφει άνετα και καλά. Προχώρησε πιο πέρα και έγινε συγγραφέας αστυνομικών και ιστορικών μυθιστορημάτων, όταν διαβάζοντας και γράφοντας αισθάνθηκε κάποια στιγμή ότι είχε κάτι να πει στο κοινό που μόνο μέσα από τη λογοτεχνική γραφή μπορούσε να κάνει. Διάβασε πάρα πολύ λογοτεχνία, όταν εργάστηκε ως μεταφράστρια έργων ξένων συγγραφέων, για οικονομικούς λόγους. Επεσήμανε ότι για να γίνει κανένας συγγραφέας, αν νιώθει και κάποια κλίση γιΆ αυτό, πρέπει να δουλέψει πάρα πολύ. Για το ιστορικό ιδιαίτερα μυθιστόρημα, η ίδια χρειάζεται αρκετό χρόνο για έρευνα σχετικών με το θέμα ιστορικών πηγών, για να μπορέσει να αναπλάσει, όσο το δυνατόν πιο πιστά, την περίοδο την οποία θέλει να προβάλει σε κάθε έργο.

Σε ερώτηση των μαθητών για το πώς αξιολογεί τη νεότερη λογοτεχνία, όπως έχει εξελιχθεί σήμερα, απάντησε ότι δεν είναι κριτικός για να διατυπώσει υπεύθυνη και, κατά το δυνατόν, αντικειμενική άποψη. Περίπου πέντε χρόνια επίπονης δουλειάς απαιτούνται για κάθε έργο, δουλειάς γοητευτικής ωστόσο. Συμβούλευσε κατΆ επανάληψη τους μαθητές που θέλουν να ασχοληθούν με τη συγγραφή να διαβάζουν ακατάπαυστα ελληνική και ξένη λογοτεχνία.

Ο λόγος τής κ. Αθηνάς Κακούρη ήταν ζωηρός και άμεσος και η συζήτηση μαζί της αποτέλεσε ένα επιπλέον ερέθισμα για την περαιτέρω επαφή των παιδιών με τη λογοτεχνία, μέσα στα πλαίσια τής εκπαιδευτικής διαδικασίας.

Στο τέλος τής συνάντησης η συγγραφέας υπέγραψε βιβλία της και δέχτηκε τις ευχαριστίες συγχαρητήρια μαθητών και εκπαιδευτικών για την παρουσία της στο Αρσάκειο.

ΠΗΓΗ ΑΡΘΡΟΥ ΤΟ ΣΑΪΤ ΤΟΥ ΑΡΣΑΚΕΙΟΥ ΠΑΤΡΩΝ
ΜΑΡΙΟΡΗ
ΜΑΡΙΟΡΗ

Αριθμός μηνυμάτων : 5300
Εγγραφή : 13/01/2008

Επιστροφή στην κορυφή Πήγαινε κάτω

ΤΑ ΠΡΙΜΑΡΟΛΙΑ Empty Απ: ΤΑ ΠΡΙΜΑΡΟΛΙΑ

Δημοσίευση από ΜΑΡΙΟΡΗ Δευ Αυγ 15, 2011 3:11 pm

ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΑΠΟ

http://panagiotisandriopoulos.blogspot.com/2011/06/blog-post_07.html

Στο ΒΗΜΑ της Κυριακής πέντε διανοούμενοι που έχουν υπογράψει τη διακήρυξη «Τολμήστε» των 32 προσωπικοτήτων των γραμμάτων και των τεχνών εξήγησαν γιατί ζητούν από την πολιτική ηγεσία του τόπου να αναλάβει τις ευθύνες της.

Η κ. Αθηνά Κακούρη, παραστατική όπως πάντα και με νεανικό σφρίγος, τονίζει:

«ΕΠΡΕΠΕ να το πω. Πολιτικοί, τολμήστε να κάνετε το καθήκον σας. Να διαλύσετε το τέρας που δημιουργήσατε. Τα συνδικάτα και ο γιγαντιαίος δημόσιος τομέας που ορθώσατε θα καταστρέψουν τη χώρα. Το πρώτο που έχετε να κάνετε είναι να κόψετε από τον εαυτό σας. Κατεβάστε τους μισθούς σας και βγείτε να το διαλαλήσετε. Αν ο στρατηγός δεν βγει πρώτος στη μάχη, δεν γίνεται τίποτε...». Και συνεχίζει:

«Αυτό το καρκίνωμα που λέγεται δημόσιος τομέας δεν το έφτιαξαν οι ξένοι, εμείς το φτιάξαμε. Εδώ που φτάσαμε, αυτόν τον κόλαφο τον εισπράττουμε. Βγαίνουμε από τη χώρα και ντροπιαζόμαστε με όσα μας ρωτούν και με εκείνα που μας λένε. Καμία πολιτική μερίδα δεν είναι άμοιρη ευθύνης. Πρέπει να κάνουν τώρα όσα υποσχέθηκαν. Να προχωρήσουν άμεσα σε αποκρατικοποιήσεις».
ΜΑΡΙΟΡΗ
ΜΑΡΙΟΡΗ

Αριθμός μηνυμάτων : 5300
Εγγραφή : 13/01/2008

Επιστροφή στην κορυφή Πήγαινε κάτω

ΤΑ ΠΡΙΜΑΡΟΛΙΑ Empty Απ: ΤΑ ΠΡΙΜΑΡΟΛΙΑ

Δημοσίευση από ΜΑΡΙΟΡΗ Δευ Αυγ 15, 2011 3:25 pm

ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΑΠΟ

https://www.captainbook.gr/shop/?p=2248


Αθηνά Κακούρη, λογοτέχνις 80 καρατίων

Αποκλειστική συνέντευξη: Βίκυ Βασιλάτου, για το L'Officiel Hellas



Με αφορμή την έκδοση του μυθιστορήματός της Ξιφίρ Φαλέρ, η Αθηνά Κακούρη μας ανοίγει σε αποκλειστικότητα την καρδιά της και μας ξεναγεί στον ποικιλόμορφο λογοτεχνικό της κόσμο.

Πλατεία Δεξαμενής, 12:30 το μεσημέρι. Η κυρία Αθηνά Κακούρη με υποδέχεται στο φιλόξενο σπίτι της με ζωγραφισμένο το χαμόγελο στα χείλη, ένα χαμόγελο που μας συντρόφευσε καθ' όλη τη διάρκεια μιας συνέντευξης-ταξίδι σε άλλες εποχές... Τότε που, γύρω στα 20 της χρόνια, της ανοίχτηκε ο χώρος της δημοσιογραφίας και της μετάφρασης, μέχρι να την κερδίσει το αστυνομικό διήγημα και, στα μέσα του '70, το ιστορικό μυθιστόρημα. Σταματήσαμε όμως την κλεψύδρα στο 2009 και συζητήσαμε για το συγγραφικό «βενιαμίν» της, το Ξιφίρ Φαλέρ, ένα ιστορικό μυθιστόρημα που πραγματεύεται αριστοτεχνικά τα παρασκήνια και τα προσκήνια της Ελλάδας των αρχών του Α' Παγκοσμίου Πολέμου.

Κυρία Κακούρη, στα τέλη του '50 τα αστυνομικά διηγήματα ήταν ένα λογοτεχνικό είδος που εντασσόταν στην παραφιλολογία, κάτι όμως που δεν στάθηκε εμπόδιο στην αναγνωσιμότητά σας. Πώς το εξηγείτε;

Αστυνομικά έχει γράψει ο μέγιστος Edgar Allan Poe -που επινόησε και το είδος-, έχει γράψει ο Wilkie Collins, ο Dickens, δηλαδή σπουδαίοι συγγραφείς. Γράφτηκαν και αστυνομικές φυλλάδες, γράφτηκαν και γράφονται ολοένα. Τι σημαίνει λοιπόν «παραφιλολογία»; Ούτε τότε με απασχόλησε αυτό ούτε και σήμερα. Προσπαθώ να γράψω όσο καλύτερα μπορώ είτε αστυνομικό είτε οτιδήποτε άλλο.

Σας τρομάζει ή σας πεισμώνει το ενδεχόμενο μιας αποτυχίας;

Εξαρτάται από την αποτυχία. Αν πρόκειται για εμπορική, αυτή δεν με απασχολεί. Το βιβλίο θα πουλήσει ή δεν θα πουλήσει - κι αυτό εξαρτάται από χίλια πράγματα, εκ των οποίων πολλά δεν είναι στο χέρι μου. Αν το βιβλίο δεν διαβαστεί, σημαίνει πως σε κάτι έσφαλλα. Η αποτυχία είναι δική μου και οφείλω να την επισημάνω ώστε να την αποφύγω την επόμενη φορά. Αλλά, ξέρετε, ποτέ δεν ξεγνοιάζω με την εντύπωση πως το βιβλίο που έγραψα πέτυχε. Η κορυφή της τέχνης είναι ψηλά, πάρα πολύ ψηλά, και διαρκώς αναμετράς το πόσο απέχεις απ' αυτήν.

Η Patricia Highsmith προλογίζει το βιβλίο της Πώς να γράψετε ένα μυθιστόρημα αγωνίας δηλώνοντας ότι αδυνατεί να εξηγήσει πώς να γράψει κανείς με επιτυχία. Εσείς μπορείτε να το εξηγήσετε;

Εξαρτάται από το τι θεωρεί ο καθένας επιτυχία. Ποιοι είναι οι στόχοι του, τι θέλει να υπηρετήσει, πόσο ανθεκτικό στο χρόνο ελπίζει να αποδειχθεί το έργο του, πόσο αγαπάει τη γλώσσα του, τι απαιτήσεις έχει ο ίδιος από τη λογοτεχνία που διαβάζει...

Πού οφείλεται η αδυναμία σας στα αστυνομικά;

Έχω αδυναμία -όπως τη λέτε- σε όλα τα παιχνίδια, κάθε άσκηση του σώματος ή του μυαλού με διασκεδάζει. Μου άρεσαν τα μαθηματικά και η γεωμετρία, το σκάκι, τα αινίγματα και τα προβλήματα, η άμιλλα γενικά... Φυσικά, μ' αρέσουν και τα αστυνομικά. Γιατί; Δεν γνωρίζω. Ίσως ορισμένα μυαλά να είναι καμωμένα με μια τέτοια κλίση κι άλλα όχι.

Αν ήσαστε ο Πυγμαλίων, ποιον ή ποια θα θέλατε να ζωντανέψετε από το μωσαϊκό των ηρώων σας και γιατί;

Ξέρετε, ο κακομοίρης ο Πυγμαλίων δεν τα πήγαινε καλά στις σχέσεις του με τους ανθρώπους και γι' αυτό κατέληξε να ερωτευτεί το άγαλμά του. Εγώ, ευτυχώς, κάνω εύκολα καλή επαφή με όποιον συναντώ, μ' ενδιαφέρουν όλοι οι άνθρωποι και με τα χρόνια έχω γίνει αρκετά σώφρων ώστε να μην τρέφω πολλές ψευδαισθήσεις ούτε να περιμένω πολλά από τους άλλους. Έτσι, ό,τι μου προσφέρουν αποτελεί πηγή μεγάλης χαράς. Αν τώρα ζωντάνευε κανένα από τα πλάσματα της φαντασίας μου, μάλλον θα καταλήγαμε να τσακωθούμε γιατί εγώ θα εξακολουθούσα να θεωρώ ότι έχω το δικαίωμα να του υπαγορεύω τι να κάνει κι εκείνος ή εκείνη θα ήθελε να κάνει του κεφαλιού του. Να κάτσουν λοιπόν όλοι τους φρόνιμα μέσα στα βιβλία!

Τι σας ώθησε να βάλετε πλώρη για το ιστορικό μυθιστόρημα;

Ο αείμνηστος ¶λκης Αγγέλου, ένας εξαίρετος ελληνιστής και κάποτε διευθυντής της σειράς νεοελληνικής λογοτεχνίας του λαμπρού εκδοτικού οίκου Ερμής. Με ρώτησε αν θα μπορούσα να γράψω ένα μυθιστόρημα για την εποχή του Ελληνικού Διαφωτισμού και όταν του είπα πως δεν ξέρω τίποτα για το θέμα μού απάντησε ξερά: «Να διαβάσετε». Διάβασα 10 χρόνια και έγραψα τα δύο πρώτα μου μυθιστορήματα, Της Τύχης το Μαχαίρι και, τη συνέχειά του, Η Σπορά του Ανέμου.

Σε τι διαφέρει η πηγή έμπνευσης από αστυνομικό σε ιστορικό μυθιστόρημα;

Τη λέξη «έμπνευση» εγώ την ακούω με μεγάλη καχυποψία. «Η έμπνευση», είπε ο Flaubert, συνίσταται στο να στρώνεσαι κάθε μέρα στο τραπέζι της δουλειάς σου την ίδια ώρα». Αφήνοντας λοιπόν κατά μέρος την έμπνευση, τα μεν αστυνομικά τώρα πια τα γράφω επειδή κάποιος μου προτείνει να λάβω μέρος στην έκδοση μιας συλλογής, οπότε κάθομαι και σκαλίζω το νου μου μέχρι να βρω μια διασκεδαστική ιδέα και να την κάνω διήγημα. Τα δε ιστορικά τα γράφω ξεκινώντας από κάποιο γεγονός της Ιστορίας μας που δεν το γνωρίζω και καθώς το μελετώ το βρίσκω ολοένα πιο ενδιαφέρον και πιο άξιο να το μοιραστώ με τους συμπατριώτες μου. Τέτοιο ήταν τα Λαυρεωτικά, η περιπέτεια της σταφίδας στο Πριμαρόλια, οι βαλκανικοί πόλεμοι με τη διαφοροποίηση του Δραγούμη και ο χορός των κατασκόπων που μας κουβαλήθηκαν στην Αθήνα το 1916 γυρεύοντας σώνει και καλά να κάνουν κουμάντο στον τόπο μας.

Πώς χειριστήκατε την αφηγηματική και διαλογική γλώσσα ώστε να έχει τη χροιά των αρχών του 20ού;

Έχω μεγάλη αγάπη και απέραντο σεβασμό στη γλώσσα μας. Προσπαθώ λοιπόν να μελετώ προσεκτικά πώς ομιλούνταν και πώς γραφόταν την εποχή που ζωντανεύω. Και -φροντίζοντας να αποφύγω ακρότητες που θα δυσκολέψουν το σημερινό αναγνώστη- παρακολουθώ στους μεν διαλόγους πιο πιστά την εποχή, ενώ στο αφηγηματικό μέρος κλίνω περισσότερο προς τα σημερινά.

Πόσο χρόνο σάς πήρε η -εξ όσων αντιλαμβανόμαστε- εξονυχιστική έρευνα για να συγγράψετε το Ξιφίρ Φαλέρ;

Αν λογαριάσουμε από βιβλίο σε βιβλίο, τότε θα πούμε πως από τη στιγμή που παρέδωσα στον εκδότη τη Θέκλη (φθινόπωρο του 2004) καταπιάστηκα με το Ξιφίρ Φαλέρ, μέχρι να το παραδώσω τον Ιανουάριο του 2009. Δηλαδή χρειάστηκα 4 χρόνια και μισό. Αλλά ο λογαριασμός δεν είναι σωστός, γιατί πολλά από τα στοιχεία που μπήκαν στο Ξιφίρ είχαν τραβήξει την προσοχή μου ενώ μελετούσα για τη Θέκλη, δηλαδή εδώ και 10 περίπου χρόνια.

Ξιφίρ Φαλέρ... Ένας τίτλος μυθιστορήματος που παραπέμπει σε μια εντυπωσιακή επιθεώρηση του 1916 και σημαίνει είτε «ασυναρτησίες» είτε «σπουδαία πράγματα». Θελήσατε να δώσετε μεγαλύτερη βαρύτητα σε μία εκ των δύο εννοιών ή στη μίξη των δύο;

Σε μια μίξη και των δύο: ένα πλήθος ανοησίες μαζί με πολλά και πολύ σοβαρά πράγματα που όρισαν τη ζωή και το θάνατο πολλών δικών μας ανθρώπων. Κι αυτά που ήταν παιχνίδια ισχύος για τους μεγάλους για μας ήταν θανάσιμα. Μακάρι κάποτε ν' ανοίξουμε τα μάτια μας και να δούμε πως δεν μας συμφέρει να τσακωνόμαστε μεταξύ μας για ψύλλου πήδημα και πως τις περισσότερες φορές άλλοι μάς έχουν βάλει να τσακωνόμαστε κι εμείς οι ανόητοι κάνουμε το χατίρι του κάθε ντε Τρεφέιγ, Φίτζγουίλιαμ, Βοροντύντσεφ, φον Λένκ και πάει λέγοντας.

Το πηγαίο χιούμορ -μεταξύ άλλων- του Κανιστράκη, οι αστείες συνομιλίες του Φίτζγουίλιαμ με τους πράκτορές του, οι σκανδαλιές του Ομήρου με έκαναν όχι μόνο να χαμογελάσω αλλά και να γελάσω για συμβάντα που στιγμάτισαν ανεξίτηλα την Ελλάδα. Αν και το χιούμορ δεν ανήκει στα συστατικά ενός ιστορικού μυθιστορήματος, για ποιο λόγο στραφήκατε σ' αυτό;

Χαίρομαι πολύ που γελάσατε. Το χιούμορ ανήκει στα πάντα - αλίμονο αν δεν μπορείς να βλέπεις το γελοίο στους άλλους αλλά και στον εαυτό σου. Το μεταχειρίστηκα στο Ξιφίρ Φαλέρ διότι αυτά όλα που μας συνέβησαν τότε -το ότι αντί να συσπειρωθεί ο πολιτικός μας κόσμος μπρος στη φοβέρα του Α' Παγκοσμίου Πολέμου, όπως έκαναν οι Βούλγαροι, αντί να δουν όλοι μαζί πώς θα αποφύγουμε τα όσα απειλούσαν τον τόπο μας, κάθισαν μερικοί και έκαναν πλάτες σε ξένους για να μπουν και να διαφεντεύουν εκείνοι τα εσωτερικά μας- μου ήταν τόσο εξοργιστικά ώστε, από τη μία, αισθανόμουν πως πρέπει να τα γράψω, πρέπει να ανοίξω τα μάτια σε όσο περισσότερους ανθρώπους μπορώ, πρέπει να ξεφωνίσω «δέστε τι μας κάνουν οι διχασμοί!», αλλά, από την άλλη, μου έρχονταν και τα γέλια με τα καραγκιοζιλίκια των ξένων πρακτόρων. Αυτό το βιβλίο το έγραψα ανάμεσα σε ακράτητα γέλια και σε ξεσπάσματα φοβερής οργής.

Οι ήρωές σας εξεγείρονται, καθένας με τον τρόπο του, ενάντια στους δύσκολους καιρούς. Δύσκολοι καιροί που μήπως εν τέλει είναι ένας καθρέφτης του σήμερα;

Έχουμε μια πολύ μικρή χώρα. Οι δυνάμεις της είναι περιορισμένες. Οι εχθροί της είναι πολλοί και πολύ ισχυροί. Δεν χρειάζεται να τους κατονομάσω. Αν δεν βάλουμε κατά μέρος τις διαφορές μας -αν δεν το κάνουν πρώτα οι πολιτικοί ταγοί μας, δίνοντας το παράδειγμα- θα βρουν πάλι ευκαιρία ξένοι να κάνουν κουμάντο στον τόπο μας. Και, φυσικά, δεν θα υπηρετήσουν τα δικά μας συμφέροντα. Θα υπηρετήσουν τα δικά τους. Και τα σπασμένα θα τα πληρώσουμε εμείς. Οι εποχές που ζούμε είναι ρευστές -διαισθανόμαστε όλοι ότι υπάρχουν βλέψεις εδαφικές εναντίον μας και εξ Ανατολής και από το Βορρά. Περιττό να τα λέμε. Θα βάλουμε μυαλό άραγε αυτή τη φορά;

Στο ιστορικό μυθιστόρημα ο συγγραφέας έχει την ελευθερία να περιγράψει λεπτομερώς την όποια εποχή, να ενταχθεί στην Ιστορία και να της κάνει κριτική. Τι κατακρίνετε στην Ιστορία της χώρας μας;

Όταν μπεις στην ιστορική στιγμή που περιγράφεις, πρέπει να σβήσεις από το νου σου το τι επακολούθησε. Αυτό δεν το ήξεραν οι ήρωές σου και θα ήταν παραποίηση να βάλεις εσύ εκεί μέσα την τωρινή σου στερνή γνώση. Τι βρίσκω να κατακρίνω στην Ιστορία της χώρας μας; Ένα και μόνον ένα: τον ενθουσιασμό μας να αλληλοτρωγόμαστε! Πρέπει να πάρουμε μαθήματα από τους Βούλγαρους: κάνουν λάθη, τα διορθώνουν, αλλάζουν πορεία 180 μοιρών, αλλά πάντα είναι όλοι μαζί. Κάθε φορά είναι όλοι μαζί. Όλοι μαζί.

Η Ελλάδα πλήγωνε τον Σεφέρη, εσάς;

Ως μεγάλος ποιητής που ήταν, είπε λόγια που έχουν πολλούς, πολλούς απόηχους. Δεν αισθάνομαι πως έχω κανένα δικαίωμα να πω ότι με πληγώνει μια πατρίδα για την οποία έχω μεγάλη αγάπη και απέραντο σεβασμό. Ο φόβος μου είναι μήπως εγώ την πληγώνω με τις πράξεις μου, μήπως εγώ δεν φανώ άξιά της...

Αναδημοσίευση από το L'Officiel Hellas, τεύχος Ιουλίου-Αυγούστου 2009.
ΜΑΡΙΟΡΗ
ΜΑΡΙΟΡΗ

Αριθμός μηνυμάτων : 5300
Εγγραφή : 13/01/2008

Επιστροφή στην κορυφή Πήγαινε κάτω

ΤΑ ΠΡΙΜΑΡΟΛΙΑ Empty Απ: ΤΑ ΠΡΙΜΑΡΟΛΙΑ

Δημοσίευση από ΜΑΡΙΟΡΗ Δευ Αυγ 15, 2011 3:43 pm

Αναφορά και στη σκοτεινή πλευρά της συγγραφέως Αθηνάς Κακούρη.

Κάθε άνθρωπος έχει και την πλευρά αυτή. Το λέγει ο Λιαντίνης για το Σολωμό, στο βιβλίο που του έχει αφιερώσει, το Χάσμα Σεισμού, μα το λέγει και η ίδια η Αθηνά Κακούρη στο βιβλίο της που μόλις διάβασα, στα Πριμαρόλια (σελ 373 ):

"Ήταν ειλικρινής άνθρωπος ο Μαρκέτος, εντούτοις είχε κι αυτός στην ψυχή του περιοχές όπου βασίλευε η υποκρισία, κι αυτές είχαν σχέση με μια βαθιά ριζωμένη συνήθειά του να θεωρεί πως εκείνος έβαζε πάντα πρώτα το καθήκον του και μετά τον εαυτό του. Αυτό ακούγεται όμορφα και φαίνεται απλό, αλλά παρουσιάζει δυσκολίες όταν έρθει η στιγμή να ξεχωρίσεις τα δυο."

Αναδημοσιεύουμε λοιπόν από την εφημερίδα Αυγή την κριτική σε βάρος της Αθηνάς Κακούρη για όσα υποστήριξε σε εκπομπή της ΝΕΤ και που μπορείτε να τα ακούσετε στο βίντεο που έχουμε παραπάνω αναρτήσει όπως ακριβώς τα είπε η ίδια.

http://www.avgi.gr/ArticleActionshow.action?articleID=622429


Για τους "32"


Ημερομηνία δημοσίευσης: 15/06/2011

ΤΑ ΝΕΑ

Το κείμενο των 32, αν διαβάζω σωστά, λέει δύο πράγματα: το ένα, βασικότατο, πως δεν υπάρχει λύση έξω από την Ευρώπη, κάτι που θα το συνυπέγραφαν πολλοί??? το άλλο, ότι δεν υπάρχει λύση άλλη από το Μνημόνιο, κάτι ιδιαίτερα αμφιλεγόμενο, ακόμη και από τον χώρο του ΠΑΣΟΚ.

Όπως και 'ναι, μια τέτοια σημαντική πρωτοβουλία, από τη στιγμή που δεν προέρχεται από συγκροτημένη ομάδα, γεννά ερωτηματικά για τον εξαιρετικά περιορισμένο και διόλου αντιπροσωπευτικό αριθμό των υπογραφών που μας τη συστήνουν. Εύλογα σκέφτεται κανείς, κορυφαία ονόματα των γραμμάτων και των τεχνών λ.χ. αρνήθηκαν να υπογράψουν; ή δεν τους ζητήθηκε καν; και γιατί; Και από τους 10-12 όλους κι όλους, μόνος μουσικός ο Σαββόπουλος - αυτός μαζί με τους ευρωπαϊστές; Κι από τον κινηματογράφο, μόνο ο Μπουλμέτης; Κι απ' τους εικαστικούς, μόνο Κουνέλης και Φασιανός;

Και ποιανού χώρου ή τάσης εκφραστής είναι π.χ. η Αθηνά Κακούρη, που την επομένη βγήκε στη ΝΕΤ να δηλώσει εμφατικά, δύο φορές, πως "το '40 είχαμε αρίστη ηγεσία", εννοώντας φυσικά τον Μεταξά;

Του ΓΙΑΝΝΗ Η. ΧΑΡΗ από το ένθετο Βιβλιοδρόμιο 11.12.2011
ΜΑΡΙΟΡΗ
ΜΑΡΙΟΡΗ

Αριθμός μηνυμάτων : 5300
Εγγραφή : 13/01/2008

Επιστροφή στην κορυφή Πήγαινε κάτω

ΤΑ ΠΡΙΜΑΡΟΛΙΑ Empty Απ: ΤΑ ΠΡΙΜΑΡΟΛΙΑ

Δημοσίευση από ΜΑΡΙΟΡΗ Δευ Αυγ 15, 2011 3:56 pm

ΠΗΓΗ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ ΠΟΥ ΑΚΟΛΟΥΘΕΙ:

http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_civ_11_18/04/2009_311255


ΠOΛITIΣMOΣ

Hμερομηνία δημοσίευσης: 18-04-09


«Τα παιδιά μαθαίνουν να καταστρέφουν»

Η Αθηνά Κακούρη βρίσκει ακατανόητα πολλά απΆ όσα γίνονται σήμερα, γιΆ αυτό, όπως δηλώνει, καταφεύγει στις παλιές απαντήσεις


Συνέντευξη στην Ολγα Σελλα

ΣΆ ένα μικρό διαμέρισμα μιας από τις ωραιότερες γωνιές της Αθήνας, με φόντο την πλατεία της Δεξαμενής, συναντηθήκαμε με τη συγγραφέα Αθηνά Κακούρη. Το μικρό καθιστικό ήταν γεμάτο βιβλία και έργα τέχνης, ενώ το μπαλκόνι είχε το ανοιξιάτικο χρώμα των λουλουδιών που είναι ολάνθιστα αυτήν την περίοδο. Παρών στο χώρο για λίγο, ο σύζυγός της, ακαδημαϊκός Σπύρος Ιακωβίδης. Η Αθηνά Κακούρη είναι μια θαλερή κυρία 79 ετών, η οποία δεν κρύβει την ηλικία της. Ούτε στα βιβλία της ούτε στις κατΆ ιδίαν συζητήσεις. ΠαρΆ ότι θα μπορούσε, γιατί έχει το κέφι, το χιούμορ, την ευστροφία και τη γοητεία πολύ νεότερων γυναικών.

ΣΆ αυτόν τον χώρο κάναμε τη συζήτησή μας, με αφορμή το νέο της βιβλίο «Ξιφίρ Φαλέρ», που μόλις κυκλοφόρησε από τη νέα της εκδοτική στέγη (Καστανιώτης).

Η Αθηνά Κακούρη έχει χαρακτηριστεί «η Ελληνίδα Αγκάθα Κρίστι» και όσο κι αν η ίδια σεμνύνεται γιΆ αυτόν τον τίτλο, είναι αλήθεια ότι, για πολλά χρόνια, ήταν το νήμα και η γέφυρα ανάμεσα στις αστυνομικές ιστορίες του Γιάννη Μαρή και τη σημερινή άνθηση των αστυνομικών μυθιστορημάτων. Η πρώτη κουβέντα που μου είπε όταν μπήκα είναι ότι το ωραιότερο πράγμα που υπάρχει σΆ αυτό το σπίτι είναι πως ακούγονται οι φωνές των παιδιών που παίζουν στη Δεξαμενή. «Δεν ακούγονται πια φωνές παιδιών. Παίζουν αλλιώς τα παιδιά σήμερα». Ηταν πολύ πρόσφατο και το βίαιο και τραγικό περιστατικό που έγινε στη Σχολή του ΟΑΕΔ στου Ρέντη και η συζήτηση δεν άργησε νΆ αρχίσει. Ποια είναι η γνώμη της για την έκφραση της βίας, έτσι όπως εκφράζεται από νέους ανθρώπους σήμερα;

«Πάντα υπήρχε η βία, αλλά δεν υπήρχαν τα μέσα. Οι πετροπόλεμοι που έπαιζαν τα παιδιά είχαν βία. Αισθάνομαι, όμως, ότι τα σημερινά φαινόμενα είναι τρομακτικά, γιατί υπάρχουν άλλα μέσα έκφρασης της βίας. Αυτά νομίζω ότι έχουν αλλάξει».

— Στα βιβλία σας περιγράφεται εποχές που υπήρχε πολλή σκληρότητα. Μήπως επειδή τότε τα πράγματα ήταν πιο σκληρά, ήταν πιο ακριβή η ανθρώπινη ζωή;

— Υπήρχαν εποχές που η ζωή ήταν πάρα πολύ φθηνή. Νομίζω ότι αυτό που άλλαξε σήμερα είναι ότι τα παιδιά έρχονται σε επαφή με μια πραγματικότητα που είναι εντελώς ψεύτικη. Παίζουν από μικρά με τα video games. Δεν είναι σαν τον κόσμο των παραμυθιών, αλλά αυτός ο κόσμος δεν είναι αυτός που έπλαθε το παιδί μόνο με το μυαλό του. Συν το ότι δεν κατασκευάζουν, αλλά καταστρέφουν. Εικονικά. Τα δικά μας παιχνίδια τι ήταν; Είχαν μια κατασκευή όλα. Τώρα δεν ξέρω κάποιο παιχνίδι που να έχει μέσα του τη διαδικασία της κατασκευής. Ασε που άλλο είναι να το κατασκευάσεις με τα χέρια σου, γιατί έτσι αποκτάς ένα σεβασμό για το αποτέλεσμα και κατΆ επέκταση για τη δουλειά κι άλλο να το φτιάχνεις με το πάτημα ενός κουμπιού. Επομένως κι αυτός που περνάει και δίνει μια στην τζαμαρία και τη ρίχνει κάτω, νομίζω ότι είναι κάτι μεταξύ ψεύτικου και πραγματικού. Δεν έχει μάθει από μικρός ότι αυτό αντιπροσωπεύει δουλειά κάποιων. Ολα αυτά που σε δικές μας γενιές έρχονται αυτομάτως, γιατί τον έχουμε ζήσει τον κόπο, τον ξέρουμε.

Ηπια κατάσταση


— Θα γράφατε ένα αστυνομικό με σύγχρονο θέμα;

— Ξέρετε, τα αστυνομικά μου είναι μάλλον εύθυμα. Ακόμα κι όταν υπάρχει φόνος, είναι κάποιου αντιπαθητικού ανθρώπου και το όλο πράγμα είναι αστείο. Χωρίς βία, χωρίς αίματα. Hταν και η εποχή έτσι, παρΆ όλο που θα σας φανεί περίεργο. Οι φόνοι που γίνονταν τότε στη διάρκεια ενός χρόνου μετριώνταν στα δάχτυλα. Οχι πάνω από δέκα και όλοι ήταν είτε για λόγους τιμής είτε «διΆ ασήμαντον αφορμήν». Εάν συνέβαινε ένα αστικό έγκλημα, ήταν μεγάλη ιστορία. Αφήστε που εξιχνιαζόταν αμέσως. Αλλά ήταν μια ήπια κατάσταση. Τώρα, τα περισσότερα από αυτά που γίνονται, για μένα είναι περίπου ακατανόητα. Ισως λόγω ηλικίας, καταφεύγω στις παλιές απαντήσεις.

Μπαίνουν τα παιδιά στα σχολεία με όπλα; Αυθαδιάζουν και απειλούν να δείρουν τον δάσκαλό τους; Πώς κατασκεύασαν δασκάλους που δεν ξέρουν να επιβληθούν σΆ αυτά τα τέρατα, γιατί πάντα τα παιδιά ήταν τέρατα; Πού χάθηκε ο τρόπος που είχαν οι δάσκαλοι να επιβάλλουν τον σεβασμό στα παιδιά;

Κάπου στην αξιολόγησή μας έχουμε ξεχάσει τα δικαιώματα του πολίτη, προς χάριν ιδεωδών που δεν ξέρω αν μπορούν ποτέ να εφαρμοστούν. Με μπερδεύουν, λοιπόν, όλα αυτά και δεν με ελκύει να ασχοληθώ με τη σημερινή εποχή στα βιβλία μου.

— Αισθάνεσθε πιο ασφαλής όταν καταπιάνεστε με τον 19ο και τις αρχές του 20ού αιώνα;

— Οχι, για άλλους λόγους ασχολούμαι μΆ αυτήν την εποχή. Πρώτον, γιατί κάποιος μου Άβαλε την ιδέα στο μυαλό μου. Ο Αλκης Αγγέλου. Υστερα γιατί κατάλαβα πόσο λίγα πράγματα ξέρω γιΆ αυτήν την τεράστια ιστορία που έχουμε. Οτι γιΆ αυτή τη σύγχρονη Ελλαδα, αυτή χάρη στην οποία και μέσω στην οποία ζω, έχω πολύ λίγες γνώσεις. Και διαβάζοντας, με γοήτευαν αυτοί οι άνθρωποι. Ο 19ος αιώνας είναι μια εποχή μεγάλης δημιουργικότητας. Τότε, το πεπρωμένο μας ήταν ακόμη στα χέρια μας. Μετά το 1920 έπαψε να είναι στα χέρια μας. Ολα αυτά με γοητεύουν, γιΆ αυτό στριφογυρίζω εκεί, παρΆ ότι περάσαμε από συμπληγάδες. Αλλά νομίζω ότι και τους υπόλοιπους τους ενδιαφέρουν, αφού τα μυθιστορήματά μου φαίνεται να έχουν απήχηση. Οσο περισσότερους παρακινήσω νΆ ασχοληθούν, να ψάξουν γιΆ αυτά με απελευθερωμένο πνεύμα, τόσο το καλύτερο.

— Το διάστημα που σχεδόν μόνη γράφατε αστυνομικά, αισθανόσαστε λίγο σαν μοναχικός καβαλάρης; Πώς ήταν η υποδοχή των αστυνομικών τότε;

— Είχα εύκολη πρόσβαση σΆ ένα μεγάλο έντυπο κι αυτό το χρωστάω στον Γιώργο τον Σαββίδη. Διότι έγραψα ένα αστυνομικό διήγημα, αποφασισμένη, όπως έχω πει, να γίνω διάσημη και πάμπλουτη. Ο Σαββίδης μου είπε να γράφω ένα κάθε 15 μέρες. Ξέρετε τι είναι να μη σε ξέρει κανένας και να έχεις ολοσέλιδο σΆ ένα γνωστό έντυπο, με εικονογράφηση του Μποστ μάλιστα; Πολύ σύντομα, βέβαια, κατάλαβα ότι δεν μπορώ να λύσω το οικονομικό μου πρόβλημα μέσω αυτής της οδού, κυρίως γιατί έφταιγα εγώ. Διότι αν μπορούσα να γράφω τόσα όσα έγραφε ο Μαρής, ίσως τα κατάφερνα. Αλλά με διασκέδαζε κι εξακολουθεί να με διασκεδάζει το διήγημα. Ομως δεν αισθανόμουν κανένα βάρος και καμιά ευθύνη ότι σηκώνω το αστυνομικό στην πλάτη μου. Η εποχή, πάντως, δεν δεχόταν πολύ τους Ελληνες συγγραφείς αστυνομικών. Κι όταν με τη δικτατορία έφυγαν ο Γιώργος και η Λένα Σαββίδη από τον «Ταχυδρόμο» και ανέλαβε ο Γιώργος Ρούσσος τη διεύθυνση, μου ζήτησε να γράφω ένα διήγημα κάθε δεκαπέντε μέρες, αλλά με ψευδώνυμο και η πλοκή να μη συμβαίνει στην Ελλάδα, αλλά στην Αγγλία. Μας είχε δώσει κι ένα μεγάλο πακέτο ιταλικών περιοδικών κι έπρεπε να μεταφράζουμε από Άκει.

«Κύριε Ρούσσο, δεν θα μας δώσετε κανένα λεξικό;»

– «Τι είνα αυτά που λέτε, κυρία Κακούρη; Λεξικά; Τι να τα κάνετε;»

Νομίζω ότι μου έδωσε μια πολύ καλή γεύση τού τι ήταν την εποχή εκείνη ο δημοσιογράφος. Ηταν ένας αεριτζής, που έπρεπε νΆ αρπάζει τα πράγματα, να μην τα λέει πολύ καθαρά για να μη φαίνεται η άγνοιά του και να τα πασάρει με τον καλύτερο τρόπο.

«Είναι λίγες οι στιγμές που δεν μπορείς να γελάσεις»


Τον τίτλο στο τελευταίο μυθιστόρημα της Αθηνάς Κακούρη έδωσε μια επιθεώρηση που χάλασε κόσμο στην Αθήνα του 1916. «Ξιφίρ Φαλέρ» σημαίνει, πάνω-κάτω, ασυναρτησίες και ο Tύπος της εποχής έγραφε ότι «η χλιδή της έμεινε θρυλική στα χρονικά της αθηναϊκής σκηνής». Η επιθεώρηση «Ξιφίρ Φαλέρ» θεωρήθηκε η αυθεντικότερη καλλιτεχνική έκφραση των νεοπλουτίστικων ιδανικών της «πρωτοεμφανιζόμενης» αστικής τάξης στην Αθήνα. Η Αθηνά Κακούρη, δανειζόμενη τον τίτλο της επιθεώρησης, γράφει μια παλιά ιστορία με επίκαιρους απόηχους. Μας μεταφέρει στην Αθήνα των αρχών του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου και με τόνο εύθυμο και ευθυμογραφικό καταγράφει ήθη, εικόνες, πάθη και τα παιχνίδια της επιβολής που παίζονταν μεταξύ πρακτόρων, κατασκόπων και των τότε εκπροσώπων της διαπλοκής. Μέσα σΆ όλα αυτά εισχωρεί και το μυστήριο, αστυνομικής δικαιοδοσίας.

– Είχατε πάντα βοηθό το χιούμορ;

— Οικογενειακό μας. Μάθαμε ότι πρέπει να γελάς, γιατί διαφορετικά είναι πολύ άσχημη η ζωή. Ξέρετε, έζησα στην Κατοχή και δεν υπήρχε χειρότερη εποχή. Πεινούσαμε, κρυώναμε, σκοτωνόμασταν μεταξύ μας. Αυτό δεν μας εμπόδιζε να γελάμε. Οι περισσότεροι από μας θυμόμαστε την Κατοχή σαν μια εποχή γλεντιού. Θέλω να πω ότι είναι ελάχιστες οι στιγμές στη ζωή του ανθρώπου που δεν μπορείς να γελάσεις. Το να μπορείς, βέβαια, να δεις και το κωμικό, κυρίως στον εαυτό σου, είναι ένα σπουδαίο δεκανίκι. Και σιγά σιγά συνηθίζει και το μυαλό του ανθρώπου. Οπως τα ρούχα που παίρνουν την τσάκιση του σώματος...

ΜΑΡΙΟΡΗ
ΜΑΡΙΟΡΗ

Αριθμός μηνυμάτων : 5300
Εγγραφή : 13/01/2008

Επιστροφή στην κορυφή Πήγαινε κάτω

ΤΑ ΠΡΙΜΑΡΟΛΙΑ Empty Απ: ΤΑ ΠΡΙΜΑΡΟΛΙΑ

Δημοσίευση από ΜΑΡΙΟΡΗ Δευ Αυγ 15, 2011 4:06 pm

ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΑΠΟ http://www.typologos.gr/?p=2666#more-2666


H Ελληνίδα “Αγκάθα Κρίστι”

AΠΟ ΤΟ … «ΒΙΕΤΝΑΜ» ΤΩΝ ΔΡΟΜΩΝ

Μια παρουσίαση των ρεπορτάζ του Νίκου Μόσχοβου

Τα μυστικά της συγγραφικής κουζίνας της Αθηνάς Κακούρη


Τα μυστικά της συγγραφικής της, κουζίνας αποκάλυψε η Ελληνίδα «Αγκάθα Κρίστι», Αθηνά Κακούρη, πραγματοποιώντας «κατάθεση ψυχής» κατά τη διάρκεια της παρουσίασης του βιβλίου της «Με τα χέρια σταυρωμένα…» (εκδόσεις «Πατάκη»), που έγινε στο βιβλιοπωλείο του εκδοτικού οργανισμού του κ. Πέτρου Κυριακίδη στη Θεσσαλονίκη.

Το βιβλίο παρουσίασαν η ίδια η συγγραφέας, οι ομότεχνοι της Ισίδωρος Ζουργός και Αργύρης Παυλιώτης μαζί με τον φιλόλογο, Σαράντο Ηλιόπουλο.

Οι τρεις τελευταίοι συμφώνησαν πως η Αθηνά Κακούρη είναι εκείνη, που άνοιξε το δρόμο για την περίοπτη θέση, την οποία απολαμβάνουν σήμερα οι σύγχρονοι δημιουργοί αστυνομικών διηγημάτων στην Ελλάδα.


Αμφότεροι τόνισαν πως η Αθηνά Κακούρη γράφει αστυνομικές ιστορίες, στις οποίες δεν εμφανίζεται το αίμα, αλλά παρουσιάζεται ο «καμβάς» της Ελληνικής κοινωνίας.

«Μην μείνεις με τα χέρια σταυρωμένα και να κάνεις κάτι στη ζωή σου», ήταν η ευχή της μάνας προς την μικρή Αθηνά Κακούρη, που μεγάλωσε στην Πάτρα, κρατώντας η ίδια «σφικτά» το όνειρο να γίνει συγγραφέας.

Εκείνο το κορίτσι, λοιπόν, μεγάλωσε, έγινε μια επιτυχημένη συγγραφέας αστυνομικών μυθιστορημάτων και απέκτησε τόση φήμη, η οποία περιβάλλεται πλέον με τον μανδύα ενός μύθου.

Η κ. Κακούρη εμφανίστηκε χαμογελαστή- όπως είναι πάντοτε- κι αποκάλυψε πως άρχισε να γράφει, για να διασκεδάσει , αλλά τόνισε ότι γράφει πάντοτε τις αστυνομικές ιστορίες με πρόσθετο σεβασμό προς τον αναγνώστη.

« Το γεγονός ότι έπρεπε μέσα σε ένα πολύ σύντομο κείμενο να αναπτύξεις μια ιστορία, εάν είναι δυνατόν να παρουσιάσεις κάπως και τα πρόσωπα και να ολοκληρώσεις, μπορείς να ξεπεράσεις τα όρια.

Μερικές από αυτές τις ιστορίες είναι σε συνέχειες. Αυτό αποτέλεσε για εμένα μια εξαιρετική άσκηση ύφους», είπε η αγαπητή συγγραφέας για τις πρώτες ιστορίες της, που δημοσιεύτηκαν στις αρχές της δεκαετίας του 1950 σε εφημερίδες ή περιοδικά της εποχής.

Για το αστυνομικό διήγημα αποκάλυψε πως την προετοίμασε για την υποταγή στην αυστηρή λογική και ανέφερε ότι το συγκεκριμένο λογοτεχνικό είδος προϋποθέτει την πραγματοποίηση κάποιας έρευνας πριν να αρχίσει κανείς να γράφει.

«Αυτό το πράγμα μεταφερόμενο στο ιστορικό μυθιστόρημα, κοιτάξτε πόσες αναλογίες έχει», παρατήρησε η Ελληνίδα «Αγκάθα Κρίστι».

Σκοπός της έρευνας είναι, κατά την ίδια, να δημιουργήσει ο κάθε συγγραφέας και μια διαφορετική – την κάθε φορά- ιστορία, που θα «τραβά» το ενδιαφέρον του αναγνώστη..

Μιλώντας για το βιβλίο «Με τα χέρια σταυρωμένα», το χαρακτήρισε ως «μια πρόκληση» για την ίδια, επειδή είναι εκπληκτική η εκδοτική σειρά «Τα μυστικά της Κουζίνας», που επιμελείται ο Μισέλ Φάις, ξεκαθαρίζοντας πως το αφήγημα αυτό δεν αποτελεί την αυτοβιογραφία της, αλλά περιγράφονται πράγματα τα οποία έζησε, ώστε να βοηθήσει τον αναγνώστη να πλησιάσει τις παλαιότερες εποχές

Κατά τη διάρκεια της εκδήλωσης έμαθε η γνωστή συγγραφέας από βιβλιόφιλη για την επίθεση και τη ληστεία, που σημειώθηκε σε βάρος του σκηνοθέτη, Νίκου Κούνδουρου και τότε απάντησε:

«Λυπάμαι πολύ γιατί είναι ένας πολύ προικισμένος άνθρωπος Αυτά είναι θλιβερά φαινόμενα, για τα οποία όλοι θα συμφωνήσουμε ότι είναι μεγάλος καημός να τα βλέπουμε να συμβαίνουν».

Το ρεπορτάζ αυτό δημοσιεύτηκε την Κυριακή 31 Οκτωβρίου 2010 στον «Τυπολόγο».

ΜΑΡΙΟΡΗ
ΜΑΡΙΟΡΗ

Αριθμός μηνυμάτων : 5300
Εγγραφή : 13/01/2008

Επιστροφή στην κορυφή Πήγαινε κάτω

Επιστροφή στην κορυφή


 
Δικαιώματα σας στην κατηγορία αυτή
Δεν μπορείτε να απαντήσετε στα Θέματα αυτής της Δ.Συζήτησης